Υπό επεξεργασία προσαρμογής στην ηλεκτρονική μορφή
ΠΕΡΙ ΝΟΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΣΙΑΣ
3. Η σημασία που έχει η λύρα για τη μουσική μας παράδοση
Θα μπορούσε να πει κάποιος που δεν γνωρίζει περί τίνος πρόκειται: “και τι έγινε αν μείνουν στη λήθη τα αρχαία όργανα αφού δεν χρησιμοποιούνται;”
Ας δούμε τι χάνουμε:
α Συγκερασμένο και ασυγκέραστο
Είναι από τα λίγα όργανα που μπορούν να παίξουν και στο συγκερασμένο και στο ασυγκέραστο σύστημα.
Αυτό σημαίνει πως μπορεί να παίξει με πληρότητα τόσο αρχαίες και βυζαντινές μελωδίες όσο και σύγχρονες.
Είναι από τα όργανα που συνδέουν την μουσική μας παράδοση και βοηθούν στην χρήση και εξέλιξη της αρχαίας δημιουργίας μέχρι σήμερα.
β Αρχάριου και δεξιοτέχνη
Είναι από τα λίγα όργανα που μπορούν να παιχθούν από τον πλέον αρχάριο διευκολύνοντας τον, μέχρι και τον πλέον δεξιοτέχνη υποστηρίζοντας τον με εκτεταμένες εκφραστικές δυνατότητες -ειδικά η κιθάρα βάρβιτος- και παράλληλα φορητό, ευκολοσυντήρητο όπως θα δούμε και σχετικά φθηνό ειδικά στην βιοτεχνική και βιομηχανική του παραγωγή.
γ Αρχαϊκής, Κλασικής και Ελληνιστικής εποχής
Είναι τα μόνα μουσικά όργανα από κείνα [αυλούς τύμπανα, κρόταλα, κύμβαλα και λοιπά] που ξεκινάνε την πορεία τους από την αρχή και φτάνουν μέχρι την κορυφή της ιερής και λόγιας, λαϊκής ούτως ή άλλως μουσικής μας παράδοσης.
Πρόκειται για τη μουσική παράδοση της αρχαϊκής εποχής έως αυτή της κλασικής και ελληνιστικής εποχής που μάλιστα στηρίχθηκε σε αυτά τα όργανα.
Η μουσική παράδοση αυτή είναι το απόγειο της Ελληνικής Μουσικής παράδοσης και μιας περιόδου απίστευτης λεπτομέρειας στο μουσικό σύστημα που καθόρισε το πλήθος μικροδιαστημάτων εβδομήντα δύο (72 ) μέχρι και της σημερινής Καθ'ημάς μουσικής θεωρίας και πρακτικής έναντι εξήντα (60) της διεθνούς.
Μιλάμε για περίοδο της μουσικής μας παράδοσης που δεν είναι σε χρήση αυτά τα όργανα από τη διεθνή μουσική κοινότητα εδώ και αιώνες, εκτός ίσως ελαχίστων τοπικών εξαιρέσεων. Ωστόσο λειτουργεί η παράδοση αυτή μέσω της ψαλτικής ή άλλων οργάνων για παράδειγμα την πολίτικη λύρα, την κρητική λύρα, το βιολί και άλλα. Για την επαναφορά των οργάνων αυτών σε χρήση έχουν γίνει πολλές αποσπασματικές απόπειρες από τη διεθνή και εγχώρια μουσική σκηνή.
Σημείωση
Η Καθ'ημάς μουσική παράδοση έχει 7000 χιλιάδες
χρόνια βάθος ιστορίας το
απολύτως
διαπιστωμένο
αφού στο 5280πΧ ανάγονται τα
ευρήματα πρωίμου
αυλού στον σημερινό
Ελληνικό χώρο, και
πολύ
μεγαλύτερο από
ενδείξεις: 1)προϊστορικές
τοιχογραφίες
αιγυπτίων
και
σουμερίων,2)Ασημένια μινωική
λύρα
σουμερικού
τάφου. Οπότε η Βυζαντινή
είναι
ένα
πολύ μικρό
μέρος της.
Ώστε ονομάζεται τιμητικά μεν παραπλανητικά δε
Βυζαντινή περιορίζοντας τα χρονικά της όρια
σε
1000 χρόνια ενώ πηγαίνουν πίσω στο 5000 πΧ και
φτάνουν στο
σήμερα κι έτσι απεμπολεί 5000
χρόνια
ιστορίας του.
Ωστόσο είναι τιμητική η ονομασία εξαιτίας της
διάσωσης αξιοποίησης
συστηματοποίησης και
εξέλιξης της σε βαθμό τελειοποίησης, στο
διάστημα
αυτό των χρόνων των
Βυζαντινών
[300-1453] .
Εξάλλου της Καθ'ημάς μουσικής παράδοσης
μερικό
υποσύνολο είναι επίσης το
διεθνές
σύστημα
αξιοποιώντας μόνο δύο -ματζόρε ή
λυδικό και μινόρε ή
δωρικό-
από
τους οκτώ
ήχους-τρόπους της και
μάλιστα τους πιο πρώιμους
πρωτογενείς.
Ώστε όπως ο όρος Βυζαντινή έτσι κι ο όρος Δυτικό
για το Διεθνές σύστημα είναι
παραπλανητικός
επειδή ναι μεν εξελίχθηκε στη δυτική Ευρώπη όχι
όμως χωρίς την
βάση της απύθμενης μουσικής
παράδοσης και της υποστήριξης των
Βυζαντινών
σε
πολλά επίπεδα.
Η παραπλάνηση μέσω των όρων αυτών πρέπει να σταματήσει .
δ η πρόσβαση στην υμνολογία
Είναι ένα είδος οργάνων που μπορεί να υποστηρίξει την Ορθόδοξη Χριστιανική εκκλησιαστική υμνολογία μας επειδή με αυτό και για αυτό το είδος οργάνων είχαν γραφτεί όλοι οι αριστουργηματικοί προχριστιανικοί και πρωτοχριστιανικοί ύμνοι στους οποίους και ενσωματώνεται. Έτσι διασώζεται και αξιοποιείται αλλά και εξελίσσεται συνεχώς μέχρι σήμερα η προχριστιανική μουσική θρησκευτική παράδοση.
Οι ύμνοι αυτοί χρησιμοποιήθηκαν και χρησιμοποιούνται ακόμη σήμερα ως πανάρχαια πρότυπα ως ”ειρμοί” “στίχοι” “προσόμοια” για τις νέες λειτουργικές ανάγκες μέσω της ψαλτικής.
Αυτή η τακτική ξεκίνησε με την μελοποίηση του ψαλτηρίου [του βιβλίου με τους ψαλμούς του Δαυίδ και άλλων προφητών] που χρησιμοποιούσαν οι πρώτοι χριστιανοί αλλά και της παλαιάς διαθήκης στην Ελληνική μετάφραση των Εβδομήκοντα επί Πτολεμαίου] είχε μεταγραφτεί επί ελληνιστικής εποχής από τους Εβδομήκοντα στα ελληνικά με βάση μετρικά υποδείγματα αρχαίων ύμνων όπως γίνονταν τότε. Αυτό συνέβει κάπου τον 4ο αιώνα μΧ. Την τακτική αυτή τίμησαν όλοι οι μεγάλοι Πατέρες της εκκλησίας μας που ασχολήθηκαν με την υμνογραφία και είχαν προφανώς μουσική παιδεία ελληνική, είχαν δηλαδή γνώση κιθαρωδίας κιθαριστικής ίσως και αυλητικής τέχνης για τα ισοκρατήματα και ωδικής ή ψαλτικής τέχνης.
Πρόκειται για τους ύμνους και τα πρότυπα που σώζονται στα μουσικά βιβλία ειδικά δε στο ΕΙΡΜΟΛΟΓΙΟΝ της εκκλησίας μας [από το ειρμός-συνέχεια].
Το ειρμολόγιον περιέχει κάπου χίλια ζωντανά δείγματα αριστουργημάτων υποδειγμάτων από την απώτατη προϊστορία μας που χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα σε κάθε λειτουργία της εκκλησίας μας άρα γνωρίζουμε ακριβώς πως ακούγονταν τότε και πως παίζονταν τότε, επειδή η εκκλησία μας δεν άλλαξε ούτε κεραία από την Οκτάηχο που παρέλαβε, κι ας πρόσθεσε μεγάλες και αριστουργηματικές εξελίξεις της.
Οι αρχαιότεροι ύμνοι να σκεφτεί κανείς, είναι σε πεντατονικό σύστημα . Είναι δηλαδή προϊστορικοί, της εποχής του Ορφέα -ορφικοί ύμνοι- ή και αρχαιότεροι.
Δεν μιλάμε επομένως για ερειπωμένο μουσειακό είδος όπως παρουσιάζεται συχνά, αλλά για ζωντανό πολιτιστικό πλούτο και άγνωστο στο ευρύ μουσικό κοινό, ξένους και έλληνες μουσικούς και δάσκαλους μουσικής.
Το Καθημάς μουσικό σύστημα είναι Ελληνορθόδοξο και ως τέτοιο έχει θεματοφύλακα την Ορθόδοξη Χριστιανική Ελληνική Εκκλησία, οπότε όποιος πλησιάζει την πηγή αυτή πλησιάζει την Ορθόδοξη εκκλησία, γεγονός που για πολλούς μουσικούς δεν είναι αρεστή κίνηση για να μην το πω αλλιώς.
Αν θέλει κανείς να κατανοήσει γιατί λέμε τον πολιτισμό μας Ελληνοορθόδοξο, να κατανοήσει γιατί είναι αλληλοσυμπληρούμενες έννοιες ο ελληνικός και ο ορθόδοξος χριστιανικός πολιτισμός, αλλά και να έχει μια ξενάγηση στην αλλοτινή λατρευτική λειτουργία ώστε να διακρίνει τη συνέχεια της στην Χριστιανική λατρευτική ζωή, αρκεί να ακούσει την κιθαρωδία δηλαδή την ψαλμωδία συνοδευόμενη από κιθάρα ή από λύρα και από δίαυλο για το ισοκράτημα όπως γίνονταν στις αρχαίες τελετές.
Μπορούν να εφαρμοσθούν στα κατάλληλα μουσικά πρότυπα[ ειρμολογικά στιχηραρικά και παπαδικά] οι αρχαίοι έως και προϊστορικοί ύμνοι που διασώζονται ως αρχαία κείμενα τα οποία μπορούν να ταιριάξουν στη ζώσα μελωδική γραμμή ύφους: Ήχου όπως λέγεται σήμερα.
Η λύρα, ή κιθάρα όπως και ο αυλός ή ο δίαυλος συνόδευαν τις τελετές μαζί με τους ύμνους και την ψαλμωδία τους. Ο δίαυλος απλά συνόδευε την αρχαϊκή κιθάρα για το ισοκράτημα όπως κάνουν και σήμερα οι ψάλτες δίνοντας τον σωστό τόνο και κούρδισμα.
Η κιθάρα της κλασικής και ελληνιστικής εποχής όμως όχι απλά μπορούσε να συνοδεύσει αλλά οδηγούσε, με τον μηχανισμό του τρέμολο-βιμπράτο ειδικά άνοιξε την εξέλιξη του πλάγιου β' ήχου. Η σημερινή ηλεκτρική κιθάρα έχει ηλεκτρονικό μηχανισμό απομιμούμενο τον αναλογικό μηχανισμό τρέμολο βιμπράτο της αρχαίας κιθάρας.
Μπορεί η κιθάρα βάρβιτος να συνδυαστεί με την ψαλμωδία λόγω ύφους αυστηρού σοβαρού αλλά και ικανοτήτων διότι χρειάζεται όντως ιδιαίτερη ικανότητα στο να ακολουθήσει ένα όργανο την εκφραστικότητα της ανθρώπινης φωνής, μόνο λίγα όργανα το καταφέρνουν ικανοποιητικά
πχ το κλαρίνο, -ο εξελιγμένος αυλός Κάλαμος δηλαδή-
το βιολί, η βιόλα το βιολοντσέλο, η κρητική, μακεδονίτικη, πολίτικη και ποντιακή λύρα-οι εξελιγμένες απόκρυφες λύρες δηλαδή.
ε.
Ιερό λόγιο και λαϊκό μαζί
Μπορεί σίγουρα ως ιερής και λόγιας καταβολής όργανο να μπει στη σύγχρονη λόγια ορχήστρα κάθε είδους και να δώσει νέες εκφραστικές δυνατότητες κι επομένως προοπτικές στις ορχήστρες αλλά και στην σύγχρονη λόγια μουσική, διευρύνοντας το ρεπερτόριο-ευρετήριο τους.
Αφού είναι από τα όργανα, που μπορούν να παίξουν στο ασυγκέραστο, όσο και στο συγκερασμένο σύστημα, μπορεί επομένως να συμβάλει στην ένωση των δύο σε ένα νέο μουσικό σύστημα ανώτερο και των δύο. Κάνοντας το πρώτο πιο εξελιγμένο και λεπτομερές και το δεύτερο πιο γνωστό και εύχρηστο.
Ώστε έχει σημαντικότατο ρόλο να επιτελέσει.
ς Τα μοναδικά τεχνικά χαρακτηριστικά
Η κιθάρα βάρβιτος η πλέον εξελιγμένη λύρα είναι το μοναδικό αναλογικό όργανο που διαθέτει μηχανισμό τρέμολο & βιμπράτο, [όπως είπαμε απομίμηση του έχει η ηλεκτρική κιθάρα που επιτυγχάνεται όμως ηλεκτρονικά υπηρετώντας τη σύγχρονη μουσική δημιουργία].
Αυτό το όργανο έχουμε στην αφάνεια για 1600 χρόνια.
Δ.Στοιχειώδης μέθοδος λύρας και θεωρία της μουσικής
Είναι μέθοδος που θα οδηγήσει στο να εφαρμοστεί η στοιχειώδης θεωρία της μουσικής δηλαδή το να ξέρει κανείς να διαβάζει και να γράφει στοιχειωδώς τη μουσική τόσο του Διεθνούς όσο και του Καθ'ημάς συστήματος στη λύρα, με αποτέλεσμα να μπορεί να παίξει κανείς μεγάλο μέρος των γνώριμων απλών μουσικών κομματιών και τραγουδιών που κυκλοφορούν σε παρτιτούρα πλήρη [ πχ για ακορντεόν ή για πιάνο σε κλειδί σολ και φα με στίχους ] όσο και σε Καθημάς παρασημαντικό κείμενο.
Ε.Ευρετήριο- ρεπερτόριο- κομματιών
Στην μέθοδο αυτή μας ενδιαφέρει να συντάξουμε έναν όσο το δυνατόν πιο πλήρως αντιπροσωπευτικό κατάλογο με τα κατάλληλα έργα για λύρα αλλά και ένα ελάχιστο στοιχειώδες ευρετήριο- ρεπερτόριο- μουσικών κομματιών που είναι παράλληλα δείγματα δημιουργίας, ελληνικών μελωδιών ρυθμών και τρόπων.
Στην ουσία τα αντιμετωπίζουμε ως «μελωδικές και ρυθμικές ασκήσεις» στη στοιχειώδη θεωρία.
Οπωσδήποτε μια δειγματοληπτική ανθολόγηση κομματιών κλασικών αριστουργημάτων της ελληνικής μουσικής παράδοσης θα βοηθήσει στην πορεία του νέου μουσικού να αντιληφθεί και την εξέλιξη της ελληνικής μουσικής από την προϊστορία μέχρι σήμερα..
Ο στόχος του μικρού αυτού δειγματοληπτικού ευρετηρίου –ρεπερτορίου- είναι η εξοικείωση με την παρτιτούρα και την παρασημαντική αλλά και με την ελληνική μουσική στις βασικές της περιόδους, στα βασικά της είδη ρυθμών και δρόμων με απλά μουσικά δείγματα τους κατάλληλα για λύρα
Βασικές περίοδοι του ρεπερτορίου:
ΠΡΟΚΑΤΑΚΛΥΣΜΙΑΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Α. Εποχή Προελλήνων 35.000-4500 πΧ
[Αυτόχθονων,& Πελασγών,Λελέγων, Καρών, Φρυγών, Λυδών]
πρωτόγονη μουσική με κρουστά πνευστά και έγχορδα προς το τέλος της.
Ανατρέχουμε σε πρωτόγονη μουσική πρωτόγονων φυλών Αφρικής και άλλων περιοχών που τα χρησιμοποιούν για να αντιληφθούμε το είδος της μουσικής αυτής.
Β.
Πρωτοελληνική εποχή 4500-1500πχ
Λαών της θάλασσας: Κυκλαδίτες, Μινυοί, Μινωίτες, Αλάσιοι, Θράκες, Ιλλυριοί, Τυρρηνοί, Φοίνικες, Φιλισταίοι, Ελαμίτες, Αιολείς, Αχαιοί, Δωριείς,Ίωνες]
διασώζεται μόνο μέσω άλλων πολιτισμών όπως ο Μεσοποταμιακός και ο Αιγυπτιακός λόγω των κατακλυσμών τελευταίος των οποίων ήταν το 1500πΧ.
-Ο ύμνος του Μέγιδο που θεωρείται το αρχαιότερο μουσικό κομμάτι που διασώζεται παίζεται με λύρα

Η μουσική και ο πολιτισμός ως αποτέλεσμα της γεωργικής επανάστασης και της εγκατάστασης συνδέονται άμεσα.
ΜΕΤΑΚΑΤΑΚΛΥΣΜΙΑΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Α. Προϊστορικής εποχής, 1500πΧ - 900πΧ
πεντατονικό σύστημα διατονικό
αρχικοί τρόποι, η σειρά τους δείχνει και την αρχαιότητα τους:
Α. Αιoλιος,
Β. λοκρικός,
C. ιώνιος
D. δώριος,
E. φρύγιος
F. λύδιος,
G. μιξολύδιος
ορφικοί ύμνοι, ύμνοι καθ'ημάς μουσικής παράδοσης του ενός τετράχορδου-του χαμηλού-
Β.Ιστορικής εποχής900πΧ-400μΧ
Αρχαϊκής, Κλασικής και Ελληνιστικής εποχής
πεντατονικό σύστημα διατονικό
επτατονικό σύστημα διατονικό, έκταση σε δύο τετράχορδα
σύστημα χρωματικό
σύστημα εναρμόνιο
Ελληνορθόδοξης εποχής
α.Ρωμαϊκής, Βυζαντινής, Οθωμανικής εποχής, 33μΧ-
1821μΧ
οκτάηχος, τρόποι-δρόμοι, μακάμια
β.Σύγχρονης εποχής 1821μΧ-Σήμερα
δημοτικό, ρεμπέτικο, λαϊκό, έντεχνο, δυτικότροπο
Τα γνωστά σωζόμενα μουσικά κομμάτια
Παρουσιάζονται στα σχολικά εγχειρίδια και στα μουσικά βιβλία διάφορα σωζόμενα μουσικά κομμάτια από την αρχαϊκή ακόμη εποχή σε διεθνές σύστημα.
Τα άγνωστα σωζόμενα μουσικά κομμάτια
Υπάρχουν στην Καθ'ημάς μουσική παράδοση αρχαιότατα ακόμη και προϊστορικά μουσικά κομμάτια που είναι διαρκώς ζωντανά-σε χρήση λειτουργική από τότε μέχρι σήμερα, για αυτό δεν τα γνωρίζει ως τέτοια ο μουσικός κόσμος, ακόμα και οι Έλληνες, πρόκειται για αρχαιότατες μελωδίες θρησκευτικής κυρίως αλλά και κοσμικής μουσικής.
Αυτές τις πληροφορίες τις ανασύραμε λόγω της ενασχόλησης τόσο με τη διεθνή όσο και με την καθ'ημάς μουσική ιστορία τις ανακαλύψαμε και οφείλουμε να τις αναδείξουμε ως τον τεράστιο Ελληνικό ζωντανό μουσικό πολιτιστικό θησαυρό. Χρήζει περαιτέρω εξειδικευμένης έρευνας.
Η Μουσική θεωρία στη Λύρα
Ακόμη και απλή ανάγνωση του έργου θα δώσει μια κατατόπιση σε τρία επίπεδα
1.Γενική για τη Μουσική
2.Ειδική για την Ελληνική Μουσική,
3.Εξειδικευμένη για τα έγχορδα και ειδικότερα για την Λύρα ως αρχαιότατο όργανο Ιερού λόγιου και λαϊκού ύφους σε ευρύτατη λαϊκή χρήση αφού έπαιζε σε κάθε πολιτιστική περίσταση για παράδειγμα ιεροτελεστίες, παρουσίαση δραματικής, λυρικής, χορικής, επικής ποίησης. Συμμετείχε δε συνοδεία διαύλου σε κάθε ιερή τελετουργία: γάμους κηδείες και άλλες.
Ακόμη και για αναπαραστάσεις μουσειακού χαρακτήρα θα έπρεπε να υπάρχουν τα μέσα ώστε να γίνεται παρουσίαση τους όπως γίνονταν στην αρχαϊκή, κλασική, ελληνιστική , ρωμαϊκή, πρωτοβυζαντινή εποχή και λοιπά.
Πόσο μάλλον να μπορέσει κάποιος κιθαριστής ή αρπιστής να μπορέσει να παρουσιάσει το αρχαίο ευρετήριο-ρεπερτορίο που υπάρχει στη διάθεση μας και δεν έχει ακόμη ανασυσταθεί.
Αυτό το ευρετήριο-ρεπερτόριο μπορούμε σχετικά εύκολα να το ανασυστήσουμε εμπλουτίζοντας το με σημαντικό πλήθος αριστουργημάτων που φαίνονται σαν σημερινά επειδή χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα αλλά είναι ακόμη και προϊστορικά.
Μπορούμε να τα ανασυστήσουμε επειδή κάποια από τα αρχικά κείμενα των ύμνων έχουν διασωθεί, ενώ τα μελωδικά και μετρικά πρότυπα όπως είπαμε: όχι απλά έχουν διασωθεί αλλά είναι ζωντανά και χρησιμοποιούνται στην εκκλησία μας κάθε εβδομάδα με κάθε λατρευτική πράξη ειδικά δε με τη θεία λειτουργία του Αγίου Ιακώβου που είναι η αρχαιότερη και στις μεγάλες εορτές που χρησιμοποιούνται οι ύμνοι.
Στην εκκλησία μας δε, ότι υπάρχει είναι είτε όπως ήταν είτε δημιουργία σε νέα αντίστοιχη μορφή παράλληλης χρήσης.
Είναι αυτή η σωστή χρήση της παράδοσης γενικότερα ως εξέδρα ασφαλούς πολιτιστικής ανόδου.
Ότι ακριβώς συμβαίνει με τη γλώσσα μας που παγιώθηκε ως μορφή όπως ακριβώς την παρέλαβε η εκκλησίας μας την εποχή του Χριστού και ενώ είναι ζωντανή και εξελίσσεται και παρόλο που έχει εξελικτικές αλλαγές χιλιάδων ετών μπορεί επίσης να χρησιμοποιήσει την επίσης ζωντανή λειτουργική γλώσσα των ελληνιστικών χρόνων.
Παράλληλα μπορεί κανείς κάποια πράγματα που έλεγε την προϊστορική εποχή να τα λέει με ακριβώς το ίδιο τρόπο σήμερα.
Έτσι και με την Ποιητική παράδοση μας [δηλαδή την μουσική ποίηση ].
Αφού υπάρχουν όλα ανεξαιρέτως τα στοιχεία:
α.η παρασημαντική -οι παρτιτούρες-στο Καθημάς μουσικό σύστημα
β.δεξιοτέχνες της ψαλτικής τέχνης
γ.ολόκληρες χορωδίες ψαλτικής
δ.ορχήστρες οργανικής μουσικής
που μπορούν να παρουσιάσουν αυτό το υλικό με ακρίβεια επειδή πρόκειται για ζωντανή μουσική κι όχι για κάτι που δεν ξέρουμε πως ακριβώς παίζονταν τότε -όπως γίνεται ακόμη και για πρόσφατες εποχές δυτικοευρωπαϊκής κλασικής μουσικής-.
Πρέπει αυτό το έργο να ολοκληρωθεί και να παρουσιαστεί ως η ζωντανή απόδειξη πως οι Έλληνες χριστιανοί όχι απλώς δεν κατέστρεψαν την προηγούμενη Ποιητική παράδοση, αλλά την γνώριζαν και την χρησιμοποίησαν με απόλυτο σεβασμό και αγάπη, την διατήρησαν απαράλλακτη ενώ παράλληλα την εξέλιξαν ως νέα δημιουργία με πρότυπο εκείνη, την τελειοποίησαν και την αναζωογόνησαν από τότε που την παρέλαβαν μέχρι σήμερα προσθέτοντας τεράστιο πλούτο πολιτιστικό στη μουσική μας παράδοση.
Η ίδια η εκκλησία νομίζω πρέπει να χρησιμοποιήσει αυτή τη γνώση και τη συγκεκριμένη ομάδα οργάνων μαζί με δίαυλο και τα αντίστοιχα κρουστά για να εμπλουτίσει και να κάνει διεθνώς γνωστή την Καθ'ημάς μουσική παράδοση.
Για να γίνει αυτό χρειάζονται έργα μεταφραστικά γέφυρες από το ένα σύστημα στο άλλο.
Η ενημέρωση λοιπόν με τρόπο στοιχειώδη και βασικό για το σύστημα του πενταγράμμου όσο και για το σύστημα του μονόγραμμου της καθ'ημάς μουσικής παράδοσης είναι ζωτικής σημασίας τόσο για τη λύρα ως ομάδα οργάνων όσο και για την παγκόσμια μουσική σκηνή.
Αυτό από μόνο του αποτελεί μια ξενάγηση στο σύνολο της στοιχειώδους θεωρίας της μουσικής που αφορά
την ιστορία της μουσικής και την οργανολογία και την Ποίηση με την αρχαία την ευρύτερη του όρου έννοια και μεταφράζεται σε μουσική λογοτεχνία ή λυρική ποίηση
Για τούτο συστήνουμε μια γρήγορη ανάγνωση του έργου πριν να ξεκινήσει η διεξοδική μελέτη της ύλης η οποία απαιτεί αναλογικά μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η ξενάγηση στον χώρο της μουσικής είναι εξαιρετικά χρήσιμη για τους νέους μουσικούς ώστε να κατανοήσουν το νόημα όσων χρειάζεται να κάνουν για να βιώσουν τη μουσική κι αν το επιθυμούν να γίνουν βαθύτεροι γνώστες της μουσικής.
Το γενικότερο θα είναι τελευταίο, επομένως η γενική ιστορία της μουσικής είναι το τελευταίο μέρος.
Το προτελευταίο είναι η κατατόπιση για την ελληνική μουσική .
Η εξειδικευμένη τεχνική για το στοιχειώδες παίξιμο της Λύρας πρώτη μαζί με τη στοιχειώδη εξήγηση των εννοιών της μουσικής θεωρίας που είναι κοινές και στο διεθνές και στο καθ'ημάς σύστημα θα βοηθήσει στη χρήση αυτών στο κάθε σύστημα μέσω της πρακτικής στο όργανο.
Το έργο αυτό έχει την δομή εγχειριδίου ώστε αφού δεν έχει μεγάλο βάθος για λόγους πρακτικούς ας έχει τουλάχιστον εύρος που δεν έχουν οι μέθοδοι εκμάθησης οργάνων μουσικής.
Πλατειάζει όπως το αλεξίπτωτο που πέφτει από τον ουρανό αλλά υπάρχει λόγος για αυτό. Αυτό που λείπει σήμερα από τις λεγόμενες επιστήμες και τέχνες είναι η συνολική επιστήμη η ενοποίηση της ευρύτητας και του βάθους σε μια γνωστική: θεωρητική και πρακτική ενότητα που δίνει νόημα σε κάθε γνωστικό τομέα που λέμε επιστήμη ή τέχνη καταχρηστικά ενώ το ακριβές είναι επιστημονικός ή καλλιτεχνικός τομέας υπονοώντας την σύνδεση του παντός σε μια δομή.
Η εργασία αποτελεί μέρος αυτής της δράσης και ξεκινά συνδέοντας τους επιμέρους τομείς.
Η πρώτη εργασία για τον αυλό αφορούσε τα πνευστά στο σύνολο τους
Η παρούσα δεύτερη εργασία για την λύρα αφορά τα έγχορδα στο σύνολο τους.
Η μελλοντική για το τύμπανο θα αφορά τα κρουστά στο σύνολο τους. Αν και όταν ολοκληρωθεί και το τρίτο μέρος η εργασία αυτή θα ενοποιηθεί σε μία.
Μέσω της έρευνας και της τριβής οι απόψεις δοκιμάζονται συζητιούνται ενημερώνονται ενίοτε αλλάζουν.
Για τούτο η παρούσα εργασία μπορεί να θεωρηθεί το αρχικό στάδιο από έργο που θα διαρκέσει μια ζωή.
Ούτε σωστό είναι στο σύνολο του ούτε πλήρες ούτε αξιόπιστο μπορεί να είναι το έργο ενός ανθρώπου και επιβάλλεται να γίνει έργο πολλών ειδικοτήτων και πολλών ανθρώπων. Το πιο δύσκολο πάντα είναι η αρχή όμως και η αρχή έγινε ήδη με τη δημοσίευση των έργων:
''Στοιχειώδης μέθοδος αυλού'' 2017 -σε τρία τεύχη-
''Πηκτίς'' 2018
''Βοήθημα ψάλτη αναγνώστη και πιστού'' 2018
Το παρόν έργο αυτό είναι ένα μικρό εγχειρίδιο δηλαδή συνολικό και πλήρες για το στοιχειώδες επίπεδο που στοχεύει, εργαλείο εύπεπτο μεν, μορφωτικό δε, για νέους μουσικούς και για κάθε μουσικόφιλο που θέλει να μάθει μερικά στοιχειώδη πράγματα που γενικά παραβλέπονται ως περιττή θεωρία και ιστορία.
Δεν είναι φτιαγμένο από δάσκαλο για μαθητές άλλα από μαθητή για μαθητές και δασκάλους. Άρα έχει πολύ υλικό που περισσεύει στους δασκάλους και δεν χρειάζεται στους μαθητές. Ο καθένας θα πάρει ότι του χρειάζεται για το επίπεδο που βρίσκεται αλλά θα γνωρίζει και τι υπάρχει ώστε αν θέλει να το γνωρίσει να το ψάξει.
Το βασικότερο πρόβλημα του νέου σπουδαστή μουσικής -και γενικότερα- είναι πως λείπει ο συσχετισμός των νοημάτων, των εννοιών, με τις τεχνικές και τα συστήματα, τα σύμβολα και τα λοιπά.
Πρόβλημα που λύνεται με την ιστορική τους θεμελίωση κι εξήγηση. Έτσι αποκτούν οντότητα νοηματική. Μπαίνει κανείς στο νόημα όπως λέμε. Ώστε ο σπουδαστής γνωρίζει τι υπάρχει τι του λείπει και που να το ψάξει.
Ο βασικός στόχος του έργου είναι η Μουσική μόρφωση με την Ελληνική έννοια του όρου: Μύηση στη Μουσική Επιστήμη δηλαδή τη θεωρητική και πρακτική κατάρτιση σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο, που στοχεύει στην ποιότητα ζωής κάθε πολίτη άμεσα και έμμεσα σε κάθε τομέα της ζωής.
Το ωδείο, η φιλαρμονική και η σχολή Καθημάς- Βυζαντινής μουσικής είναι τα επόμενα βήματα για τον νέο μουσικό για το ανώτατο επίπεδο μουσικής μόρφωσης της μουσικής εξάσκησης.
Μετά τη μελέτη του έργου και την επίλυση των πολλών μικρών και μεγάλων αποριών θεωρητικής και ιστορικής φύσης, θα έχει προλειανθεί το έδαφος στο νέο μουσικό και θα έχει φανεί αν θέλει ή όχι να συνεχίσει και κυρίως προς τα που.
4.Η ξενάγηση στην οικογένεια μουσικών οργάνων που ονομάζονται λύρες
Οι βασικοί ορισμοί εννοιών:
Η λύρα
Σήμερα η λέξη σημαίνει το έγχορδο μουσικό όργανο με δύο βραχίονες.
παλαιότερα η λέξη σήμαινε γενικά το έγχορδο όργανο.
Έγχορδα
λέμε τα μουσικά όργανα που ο ήχος τους προέρχεται από διέγερση των χορδών.
Χορδές
είναι τεντωμένες ίνες φυτικής, ζωικής, μεταλλικής, συνθετικής προέλευσης ή και μίξεων τους.
Τα μουσικά όργανα
γενικώς είναι όργανα με τα οποία παράγουμε με εξαιρετική ακρίβεια ήχους.
Οι τυχαίοι ήχοι είναι θόρυβος ενώ
μουσικοί ήχοι
λέγονται οι ηθελημένοι και προσεκτικά -με τέχνη- επιλεγμένοι ήχοι που μας δίνουν μουσικές συνθέσεις με αρμονία και ακρίβεια.
Η μουσική
επομένως είναι τέχνη αλλά και επιστήμη.
Η μουσική τέχνη
αφορά: τις επιδέξιες καλλιτεχνικές δημιουργίες, την ερμηνεία τους από δημιουργούς και εκτελεστές, τις ιδέες που επικοινωνούνται μέσω του ήχου σε ακροατές και τα συναισθήματα που γεννούν αυτές σε κοινό και μουσικούς.
Η μουσική επιστήμη
αφορά την ακρίβεια και τα φαινόμενα του ήχου επομένως τα όργανα της μουσικής και την εξέλιξη τους. Συνδέεται επίσης με πολλές επιμέρους επιστήμες ή καλύτερα επιστημονικούς τομείς όπως την φυσική, τα μαθηματικά, την ιστορία, την ψυχολογία και άλλες.
4.1Περί της Ιστορικής εξέλιξη της λύρας
Τα έγχορδα προκύπτουν από το τόξο την εποχή των αρχανθρώπων και είναι κατά πολύ υστερότερα άλλων κατηγοριών οργάνων όπως τα κρουστά και τα πνευστά.

Το τόξο με μονή χορδή από αποξηραμένο στριμμένο άντερο διεγείρεται με άλλο τόξο το γνωστό δοξάρι (τοξάρι) ή με τα δάκτυλα ή με αντικείμενο- πλήκτρο- για λόγους που βοηθούν στο κυνήγι: φοβίζει τα ζώα μέσω του ήχου που παράγεται ως άγνωστος ήχος -απόκοσμος ήχος- και τρέπονται σε φυγή καταλήγοντας έτσι σε ενέδρα παγίδα όπου σκοτώνονται ή αιχμαλωτίζονται.

Ο χορός στην παλαιολιθική εποχή, προϋποθέτει την ηχητική υποβοήθηση προφορική με κτυπήματα χεριών και ποδιών αρχικά κι αργότερα με όργανα κρουστά, πνευστά και έγχορδα.

Λύρα Άρπα με αντηχείο και δίαυλος του 2800πΧ από την Κέρο (μουσείο Κυκλαδικού πολιτισμού)
Ο όροι Κιθάρα, Φόρμιγγα και Λύρα είναι συνώνυμοι στην αρχαϊκή εποχή και σημαίνουν γενικά το έγχορδο μουσικό όργανο.
Μάλιστα αρχαιότεροι είναι οι όροι: ΚΙΘΑΡΑ και ΦΟΡΜΙΓΓΑ . Η λέξη Κιθάρα ως όρος χρησιμοποιείται από τον Ησίοδο και τον Όμηρο για προγενέστερη τους εποχή.
Απόσπασμα από την Οδύσσεια Ομήρου α'153-154:
“ΚΗΡΥΞ Δ'ΕΝ ΧΕΡΣΙΝ ΚΙΘΑΡΙΝ ΠΕΡΙΚΑΛΛΕΑ ΘΗΚΕΝ ΦΗΜΙΩ”
[ κήρυκας δε στην γη κιθάρα πανέμορφη θήκευσε του Φήμιου]
Ο όρος Λύρα χρησιμοποιείται με τη γενικότερη έννοια: της οικογένειας οργάνων, έτσι σήμερα λέμε πως η κιθάρα και η φόρμιγγα είναι είδη λύρας.
Χαρακτηρίζουμε δε ως λύρα και όργανα με υποτιθέμενα μονό βραχίονα πχ την λύρα σαμβύκη και την εξέλιξη της την πανδουρίδα (κρητική ποντιακή πολίτικη λύρα κα.)
Χρησιμοποιούμε λοιπόν τον όρο λύρα με την αρχαία του έννοια ενώ έχουμε δώσει στους όρους κιθάρα και φόρμιγγα πιο εξειδικευμένη χρήση.
Σήμερα σε παγκόσμιο επίπεδο όταν λέμε κιθάρα εννοούμε το σύγχρονο μονόμπρατσο έγχορδο ενώ την Κιθάρα βάρβιτο την λέμε Αρχαία Ελληνική Κιθάρα. Όταν λέμε σήμερα λύρα εννοούμε το έγχορδο με δύο βραχίονες που έχει συνδεθεί άρρηκτα με τον ελληνικό μουσικό πολιτισμό, το ίδιο ισχύει και για τον δίαυλο.
Όσον αφορά στον πρώιμο ελληνικό πολιτισμό φαίνεται το όργανο ήδη εξελιγμένο σε πολύχορδο από το 2800πΧ με αντηχείο και διαμορφωμένη ήδη την προτίμηση συνοδείας του με δίαυλο.
Όταν λοιπόν βλέπουμε σε αρχαίους πολιτισμούς σε τοιχογραφίες την παράσταση ορχήστρας με αυτή τη δομή γνωρίζουμε πως συνδέεται με Έλληνες και προέλληνες. Ειδικά αν συνεπικουρούν και άλλα στοιχεία όπως ενδυματολογικά και λοιπά.
Για την μυθική ή προϊστορική εποχή έχουμε στοιχεία για την μουσική μας παράδοση μόνο μέσω γειτονικών πολιτισμών που διέσωσαν τα αρχεία τους από τους κατακλυσμούς που έσβησαν τα ίχνη του δικού μας.
Στην ουσία ο προελληνικός μουσικός πολιτισμός ανακάμπτει μετά τον τελευταίο κατακλυσμό του 1500πΧ χρησιμοποιώντας ξανά τα ίδια όργανα.

Μυκηναϊκή εποχή 1300πΧ κιθαρωδός με οκτώσχημη πολύχορδη λύρα. Ανάκτορο του Νέστορα στην Πύλο.
βλέπουμε επτάχορδη λύρα με αντηχείο

Λαοί της θάλασσας από τοιχογραφία Αιγυπτιακού τάφου 1500πΧ, οι Μινωίτες παριστάνονται με το φωτεινό καπελάκι της Ίσιδας-Αφροδίτης.
Εδώ βλέπουμε λύρα επτάχορδη με αντηχείο.
Αποδεικνύεται από τα αγαλματίδια της Κέρου του 2800 πΧ αλλά και μέσω παραστάσεων του οργάνου σε τοιχογραφίες μυκηναϊκές και μινωικές, όπως στο ανάκτορο του Νέστορα στην Πύλο του 1300 πΧ., πως είναι όργανα προκατακλυσμιαία της μυθικής ή προϊστορικής εποχής στον ελληνικό χώρο, για την ακρίβεια προ του 3000πΧ. Ανάγεται επομένως στην εποχή που δεν είχαν ακόμη σχηματιστεί οι εθνικές συνειδήσεις και υπήρχε ένα αμάλγαμα πληθυσμών φυλών και των πολιτισμών τους που είχαν επαφή και επομένως είναι πολύ δύσκολο αν όχι ακατόρθωτο να πούμε με σιγουριά από ποιόν ή από που ξεκίνησαν οι λύρες.
Μπορούμε όμως με σιγουριά να πούμε ποιοι λαοί προτίμησαν αυτό το είδος οργάνων και το εξέλιξαν σε βαθμό που να γίνει σύμβολο ιερό και εθνικό σε συνδυασμό με το δίαυλο.
Πάντως λύρες κάθε είδους έχουν βρεθεί σε κάθε αρχαίο πολιτισμό γεγονός που μας κάνει να πιστεύουμε πως η επαφή των πρώιμων πολιτισμών ήταν εφικτή και συνεχής πριν και μετά τους κατακλυσμούς.
4.2 Η σχεδιαστική εξέλιξη του οργάνου, τα είδη της λύρας
Ας εξετάσουμε πως από το μουσικό τόξο περνάμε στις λύρες και πως φτάνουμε από τις λύρες σε κάθε σύγχρονο έγχορδο.
Με δυο λόγια
Το μουσικό τόξο είναι η πρωτόγονη λύρα έχει όλα τα στοιχεία της: έγχορδο μουσικό όργανο με δύο βραχίονες.
Το μουσικό τόξο με αντηχείο είναι λύρα αν το αντηχείο είναι στη μέση του τόξου.
Γίνεται πηκτίδα αν μπει γέφυρα μεταξύ των δύο βραχιόνων ώστε να δημιουργηθεί πλαίσιο.
Γίνεται σαμβύκη όταν μπει στο ένα άκρο του αντηχείο.
Ενώ όταν γίνει ευθύγραμμος ο βραχίονας και μονοκόμματος με το αντηχείο τότε έχουμε την πανδουρίδα.
Από αυτές τις αρχέγονες δομές προκύπτουν όλα τα σημερινά έγχορδα.
Η βασική εξέλιξη του σώματος του οργάνου έρχεται από το συνδυασμό βραχιόνων, χορδών, ρυθμιστών τάσης χορδών, αντηχείου, γέφυρας και καβαλάρη και τις επιμέρους εξελίξεις τους.

Μουσικό τόξο τρίχορδο
Λύρα Τρίγωνον ή Ψαλτήριον ή Επιγόνειον ή Άρπα
Τρίγωνον ή Ψαλτήριον ή Επιγόνειον ή Άρπα
Από το πολύχορδο(τριών και πλέον χορδών) μουσικό τόξο -χωρίς αντηχείο και θηλιά- δημιουργείται το στερεωμένο ημιτελές πλαίσιο.
Το ημιτελές πλαίσιο είναι καμπύλο όταν είναι μονοκόμματο ή τρίγωνου σχήματος όταν προκύπτει από σύνθεση δύο κομματιών και ονομάζεται Τρίγωνον. Το τρίγωνον επίσης ονομάζεται:
-Τρίχορδον από το κούρδισμα του, επειδή αρχικά συνήθως είχε τρεις χορδές: υπάτη(ψηλή), μέση, νήτη(χαμηλή),
-Άρπα [Άρπα<αρπάζω].από το ρήμα αρπάζω και προέρχεται από τον τρόπο που χρησιμοποιείται.
-Ψαλτήριο λόγω χρήσης στους ιερούς ψαλμούς ως φορητό έγχορδο συνοδείας ρύθμισης της φωνής
-Επιγόνειο από τον Επίγονο που το εξέλιξε σε 40χορδο.
Όταν το Επιγόνειο γίνεται πολύχορδο οι αυξημένες τάσεις των χορδών επιβάλλουν τη γέφυρα και παίρνει σχήμα τετράγωνο ή τραπέζιο και πάντως οι χορδές είναι στερεωμένες σε ένα σταθερό στερεωμένο σκελετό ανοικτό πλαίσιο [σχήμα υ] με δύο σκέλη που τα γεφυρώνει ένα κομμάτι ξύλου.
Όταν το ανοικτό πλαίσιο στερεωθεί και γίνει στέρεο έχουμε την λύρα Πηκτίδα [πηκτή=στερεά] ,
Λύρα Τρίγωνον  Λύρα Πηκτίς


Η λύρα Πηκτίς [πηκτίς=πηχτή-στέρεη] προκύπτει όταν οι τρείς ή τέσσερις αρχικά χορδές τεντώνονται σε ένα πλαίσιο. Για τούτο η λύρα πηκτίς είναι η εξέλιξη του τριγώνου και τη συναντάμε και με τα ονόματα του.
Η λύρα Πηκτίς είναι ο πρόγονος κάθε είδους λύρας, της Φόρμιγγας, της Κιθάρας, όσο και του Κανόνα και όλων όσων προκύπτουν από αυτά. Η Πηκτίς τρίχορδη και τετράχορδη λύρα είναι ο συνδετικός κρίκος άρπας, κανόνα, λύρας, πανδουρίδας επειδή έχει χαρακτηριστικά που δανείζονται όλες αυτές οι οικογένειες οργάνων. Έχει πλαίσιο όπως αποκτάει η άρπα, έχει δύο βραχίονες και γέφυρα τους όπως όλες οι λύρες που αποτελούν εξέλιξη της, αλλά έχει και το τρίχορδο κούρδισμα του επιγόνιου που γίνεται αργότερα το κούρδισμα πρώτα της σαμβύκης και ύστερα της πανδουρίδας αλλά και το τετράχορδο κούρδισμα που αποκτούν πάρα πολύ νεώτερα είδη πανδουρίδας [βιολί και μαντολίνο].
Η λύρα πηκτίς είναι πρόγονος όπως ήδη θίξαμε και του τετράπλευρου ψαλτηρίου /κανόνα /κανονάκι/σαντούρι/τσέμπαλο/πιάνο
αφού πάνω σε στερεωμένο πλαίσιο έχουν τεντωθεί οι χορδές, σε τρίγωνο αλλά και σε τετράπλευρο ή τραπέζιο που όταν αποκτήσει αντηχείο σε όλο το πλαίσιο γίνεται ψαλτήριο και κανόνας κι όταν γίνει πολύχορδο καταλήγει Κανονάκι και λοιπά.
 Λύρα Πηκτίς συνοδεία διαύλου σε τελετή
Η Πηκτίς βρέθηκε σε αναπαραστάσεις σε τοιχογραφίες σε Μινωικές και Μυκηναϊκές τοιχογραφίες ανακτόρων και ταφικά κτερίσματα καθώς και σε Χετιτικό, σε Ετρουσκικό και σε Μεσοποταμιακό τάφο, γεγονός που μας δείχνει αν μη τι άλλο πως είναι όργανο που γνωρίζουν έτσι ή αλλιώς όλοι οι μουσικοί πολιτισμοί είτε ως δικό τους είτε ως δάνειο από αλλού.
Οι ενδείξεις δείχνουν πως προέρχεται από την Μικρά Ασία και τους προέλληνες Πελασγούς προερχόμενους από Καύκασο και Πόντο Αυτοί όμως μετέφεραν το σύνολο της τεχνολογίας κάθε είδους που εφήυραν ή βρήκαν στους αυτόχθονες των μεγάλων πρώιμων πολιτισμών που ήρθαν σε επαφή, σε όλο τον κόσμο τον οποίο περιηγήθηκαν ως πλάνητες. Έφτασαν από την νότια στην βόρεια και δυτική Ευρώπη και από τη βόρεια Αφρική μέχρι στην άπω Ανατολή.
[βλέπε ιστορικό Διόδωρο Σικελιώτη]
Ένωσαν προκατακλυσμιαία τον πολιτισμό τους του Μαιάνδρου ποταμού: της Αιγηίδας, με τους άλλους πρώιμους πολιτισμούς του Τίγρη και Ευφράτη ποταμού: της Μεσοποταμίας, του Νείλου ποταμού: της Αιγύπτου, του Ινδού ποταμού: της Ινδίας και Κίτρινου ποταμού :της Κίνας. Οι τρείς μεγάλοι κατακλυσμοί κατέστρεψαν σχεδόν ολικά όλους τους άλλους πολιτισμούς εκτός του ηπειρωτικού Μεσοποταμιακού που γλύτωσε κι έτσι φαίνεται τώρα ως ο αρχαιότερος.
Αυτά που αναφέραμε από άποψη ακαδημαϊκή είναι αιρετικές θεωρίες ωστόσο προκύπτουν πια από τις ιατροδικαστικές αλληλουχίες που κατέδειξε η εξέταση DNA των παγκόσμιων αρχαιολογικών γενετικών ευρημάτων,[Βλέπε eupedia.com] και πάντοτε διαπιστώνονται με μια ματιά στους πολιτισμούς που φαινομενικά είναι απομονωμένοι μεταξύ τους όπως για παράδειγμα ο Ελληνικός και ο Κινέζικος, Κορεάτικος, και Ιαπωνικός και έχουν ωστόσο τεράστια ποσοστά κοινού πολιτιστικού υποβάθρου εδικά δε στην αρχαϊκή μουσική τους. Αν ακούσει κανείς αρχαία ελληνικά κομμάτια από μουσικούς αρχαιολόγους σε λύρα και δίαυλο και ταυτόχρονα αντίστοιχα κομμάτια παραδοσιακής μουσικής των τριών αυτών χωρών θα καταλάβει ακριβώς περί τίνος ομιλούμε.

Από το μουσικό τόξο με την προσθήκη στοιχειώδους αντηχείου: καβούκι χελώνας ή κολοκύθα ή κοκοφοίνικα ή σκαλιστό ξύλο, προκύπτει αφενός η
Χέλυς και αφετέρου η λαουτόσχημη λύρα ή σαμβύκη πρόκειται για δύο βασικές τεχνικές κατασκευής με γέφυρα ή χωρίς που χωρίζουν τις λύρες σε δύο κατηγορίες με ένα βραχίονα ή με δύο.
μια τρίτη κατηγορία προκύπτει παρεμπιπτόντως όταν το πλαίσιο της λύρας γίνει επιφάνεια και αυτό πρωτοσυμβαίνει για λόγους βοηθητικούς.

Ο Κανών [=κανόνας, νόμος] είναι αρχαϊκό όργανο.
Αρχικά είναι βοηθητικό όργανο κουρδίσματος, που σκοπό είχε να βοηθήσει στο να κουρδιστούν οι χορδές άλλων εγχόρδων οργάνων.
Στην μορφή του αρχαϊκού μουσικού οργάνου συναντάται ακόμη και σήμερα σε σχήμα τρίγωνο ή τραπέζιο αργότερα και με ξύλινο αντηχείο πάνω στο οποίο έχουν τεντωθεί λίγες ή πολλές χορδές, ενίοτε παίζεται με δοξάρι ή πλήκτρο ή ραβδί και ονομάζεται αναλόγως ψαλτήρι ή κανονάκι ή σαντούρι [περσικό: σαν τουρ=εκατόχορδο].
ΣΗΜΕΙΩΣΗ

ο Ελικών κανόνας [=μελανόχρωμος λόγω των μεταλλικών βαριδίων και της κάσιας στο ξύλο] το όργανο αυτό παρέλαβε έτοιμο ο Πυθαγόρας και το μετέτρεψε στο μονόχορδο του Πυθαγόρα.
Ο Ελικών ήταν τετράχορδος με χορδές τις Μι λα σι μι .
Γεγονός που φανερώνει την αρχαιότητα του τετράχορδου κουρδίσματος (ανά τετάρτες) και την αρχαιότητα του τρίχορδου κουρδίσματος της ποντιακής λύρας μι,σι,λα.
Το βοηθητικό όργανο κανών βοηθούσε στο κούρδισμα άλλων οργάνων που επιτυγχάνεται με τέντωμα των χορδών [τριών για τρίχορδα ή τεσσάρων χορδών για τετράχορδα] με βαρίδια συγκεκριμένου βάρους και στη συνέχεια χρήση του ήχου των χορδών του ως υπόδειγμα με το οποίο συντονίζονταν ακουστικά οι αντίστοιχες χορδές στα άλλα όργανα.

Με αυτό το όργανο πολύ αργότερα το 600πχ, έκανε τα πειράματα του ο Πυθαγόρας και οι μαθητές του οι Πυθαγόρειοι. Μάλιστα το χρησιμοποίησε ως μονόχορδο με αντηχείο και με επιπλέον καβαλάρη κινητό μεταξύ των σταθερών και βαθμονομημένων καβαλάρηδων ώστε να μοιράζει τη χορδή σε λόγους εφαρμόζοντας το νόμο των αναλογιών.
Χρησιμοποιούνται από τότε και άλλες μέθοδοι για το κούρδισμα πιο φορητές, όπως των αυλών που συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται ακόμη σήμερα, ενώ ο κανών γίνεται ένα μουσικό όργανο που βοηθάει στους ψαλμούς αρχικά για το συντονισμό της φωνής των ψαλτών στις ιερές τελετουργίες και έπειτα σαν λύρα φορητή και ονομάζεται ψαλτήριον.
Απόγονοι του κανόνα είναι το κανονάκι, το σαντούρι, το τσέμπαλο και το πιάνο.
Το αρχαιότατο αυτό όργανο ονομάζεται Κινόρ -κανών & κίθαρις- στα πελασγικά προσημητικά και το όνομα αυτό χρησιμοποιείται ακόμη σήμερα στο Ισραήλ που παρέλαβαν αυτή την μουσική παράδοση από τους κατακτημένους Φοίνικες και Φιλισταίους πελασγούς.
Το γεγονός αυτό μας υποδεικνύει τη στενή σχέση φυλετική και πολιτιστική των Φιλισταίων και Φοινίκων Πελασγών με τους υπόλοιπους Πελασγούς τους κοινούς προγόνους μας: ''Τους λαούς της θάλασσας'' όπως τους έλεγαν οι Αιγύπτιοι.
Οι λαοί της θάλασσας ήταν προέλληνες πελασγοί και στο μεγάλο μέρος τους έγιναν οι πρωτοέλληνες ενώ μερικοί έγιναν συγγενή έθνη πχ Τυρηννοί, Ετρούσκοι>Ιταλοί. Ήταν σκορπισμένοι σε όλη τη Μεσόγειο αλλά και εκτός αυτής. Η προκατακλυσμιαία στενή επαφή των λαών αυτών διακόπτεται για μεγάλο χρονικό διάστημα με την καταστροφή των παραθαλάσσιων πολιτισμών λόγω κατακλυσμών, ο τελευταίος των οποίων έγινε το 1500πΧ.
Ωστόσο έχουμε πληροφορίες για τη μουσική παράδοση αυτών μέσω των παραστάσεων τοιχογραφιών άλλων λαών, που παριστάνουν τους λαούς της θάλασσας, όπως τοιχογραφίες και αρχεία των Αιγυπτίων και των Μεσοποτάμιων.
Οι πολιτισμοί αυτοί ήταν σε επαφή όχι πάντα ειρηνική με τους λαούς της θάλασσας.
Βλέπουμε παραστάσεις από ορχήστρα εταίρων από το Αιγαίο σε αιγυπτιακό τάφο που δείχνει όλη τη γκάμα οργάνων που χρησιμοποιούσαν, δίαυλο, πανδουρίδα, σαμβύκη, φόρμιγγα.
Έτσι βρίσκουμε πολλά στοιχεία για την αρχαιότατη μυθική- προϊστορική πολιτιστική μας παράδοση που ήταν ήδη κοινό κτήμα των λαών και των πολιτισμών τους προϊστορικά αφού όπως φαίνεται υπήρχε επαφή των μεγάλων αρχαίων πολιτισμών.
Αυτά τα στοιχεία μας ενδιαφέρουν για να καταλάβουμε:
α. που αναπτύχθηκε ο μουσικός πολιτισμός ο οποίος σχετίζεται με την Ελληνική ιστορία και
β. με ποιό τρόπο συμβαίνει η υπέρβαση των εθνικών ή άλλων συνόρων από την τέχνη για να διαχυθεί παντού.
Η τέχνη δεν αναγνωρίζει σύνορα όμως αναγνωρίζει συμβολή στο έργο της και ιδιαίτερες προτιμήσεις. Για αυτή τη συμβολή οφείλουμε να ξέρουμε για δύο λόγους:
Πρώτον για να γνωρίζουμε την ιστορική εξέλιξη των θεμάτων της τέχνης την αλληλουχία ή γενική εικόνα και
δεύτερον μέσω αυτής της αλληλουχίας να κατανοούμε το νόημα και τη σημασία των διαφόρων συμβολών.

Ορχήστρα εταίρων των λαών της θάλασσας, τα καπελάκια της Ίσιδας-Αφροδίτης-δηλώνουν πως είναι ιέρειες της δηλαδή εταίρες.

1500-1200πΧ Ορχήστρα εταίρων από αιγυπτιακό τάφο με επτάχορδη φόρμιγγα

η λύρα του χρυσού ταύρου από σουμεριακό τάφο και η επάργυρη λύρα της Ούρ από αιγυπτιακό τάφο φαίνεται πως προέρχονται από τους Ετεοκρήτες πρόγονους των Μινωιτών που είχαν σύμβολο τον ταύρο το οποίο διατήρησαν και οι Μινωίτες.
Το αρχαιότερο κούρδισμα που χρησιμοποιείται σήμερα στον Ελλαδικό χώρο είναι το τρίχορδο σε τρείς εκδοχές [Ρε λα σολ], [Ρε λα ρε], [Μι σι λα].
Το μονόχορδο λα μέχρι και το τρίχορδο μουσικό τόξο χρησιμοποιείται ακόμη στην αφρικανική ήπειρο.
Το πρωτογενές τρίχορδο κούρδισμα πέρασε σε όλα τα είδη πρωτογενούς λύρας μεταξύ αυτών και στην σαμβύκη και στην πανδουρίδα, λύρες που γίνονται μονού βραχίονα όταν το αντηχείο δεσμεύει τον ένα βραχίονα.
Το τρίχορδο κούρδισμα ρε λα Ρε είναι στην ουσία ψευτοτρίχορδο αφού οι δύο χορδές είναι ρε, Ρε δηλαδή η ίδια με διαφορά οκτάβας και η μια είναι λα.
Δεδομένου ότι η λα είναι η πρώτη χορδή που αντιληπτικά ως ήχος μας φαίνεται οικεία επειδή είναι ο πρώτος ήχος που αντιλαμβάνεται το μωρό και ο πρώτος ήχος που μπορεί να πει. [Εξάλλου για τούτο είναι το πρώτο γράμμα της ελληνικής αλφαβήτου με σύμβολο το ανθρώπινο διάφραγμα.]
Είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο πως η νότα λα είναι η πρώτη νότα που χρησιμοποιήθηκε, άρα η ρε είναι η δεύτερη. Ωστόσο η επιπλέον Ρε δεν θεωρείται τρίτη αφού προαπαιτεί τη γνώση των οκτάβων εξάδων στο πεντατονικό εκτός αν θεωρήσουμε πως το κούρδισμα ρε λα Ρε είναι το κούρδισμα του διτονικού. Ωστόσο δεν υπάρχει μέχρι τώρα καμία ένδειξη για τέτοιο σύστημα. Έτσι πιστεύουμε πως η εκδοχή ρε λα σολ είναι αρχαιότερη. Όπως κι αν έχει η σειρά και οι τρεις τρίχορδες ανάγονται στην αρχαϊκή εποχή.
Το μονότονο του ενός τόνου-φθόγγου μας κάνει να πιστεύουμε πως άμεσα εμπλουτίστηκε με δεύτερη χορδή και τρίτη χορδή το μουσικό τόξο.
Αντιλαμβανόμαστε έτσι πόσο αρχαίο είναι το τρίχορδο κούρδισμα!
Τόσο αρχαίο όσο και το μουσικό τόξο.
Τα αρχαιότερα τόξα που έχουν βρεθεί ανάγονται στο 69.000πΧ στην Αφρική.
[Brown, Kyle S.; Marean, Curtis W.; et al. "An early and enduring advanced technology originating 71,000 years ago in South Africa". Nature. 491 (7425): 590–593.]
Στην Ευρώπη ανάγονται στο 15.000πΧ και βρέθηκαν σε σπήλαια στη σημερινή Γερμανία τότε ακατοίκητη περιοχή καταφυγής ζώων στο όριο του παγετώνα προσφιλή προορισμό των κυνηγών αρχανθρώπων της μεσογείου.
Οι Ετεοκρήτες -πρόγονοι των Μινωιτών-είχαν την αρχαιότερη υψηλή τεχνολογία στα τόξα: τα λεγόμενα σύνθετα τόξα στο 2300πΧ
''S.BAKAS Composite bows in Minoan and Mycenaean warfare'' 2016 Πανεπιστήμιο Κατάνια Ιταλία
''The first depiction of a probable composite bow lays in the victory stele of Naram-Sin of Akkad (23rd century BC)
Y ADIN, Y.,The Art of Warfare in Biblical lands in the light of archaeological discovery , Weidenfeld and Nicolsonpublishing, London 1963, p. 47.
Γεγονός που κάνει πιθανή την επαφή τους με την αφρικανική ήπειρο γεγονός που μαρτυράει και ο μύθος του Δία που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κρήτη και ζευγάρωσε με την αφρικανή καλλονή την Ευρώπη την οποία και έκλεψε σύμφωνα με την παράδοση.
Όλα αυτά έχουν το νόημα να κατανοήσουμε πως το μουσικό τόξο και μάλιστα ως τοξωτό είναι υπόθεση της παλαιολιθικής εποχής και όχι του ύστερου μεσαίωνα όπως διδάσκεται σήμερα.
Οι λύρες ως εξέλιξη του μουσικού τόξου επομένως δεν ανάγονται στην εποχή του χαλκού όπως διδασκόμαστε σήμερα αλλά είτε στην ύστερη παλαιολιθική είτε στην πρώιμη μεσολιθική εποχή.
Αυτό το βάθος μουσικής παράδοσης είναι ιλιγγιωδώς βαθύτερο από το ότι διδασκόμαστε και δείχνει πως τα πράγματα στην παράδοση διευρύνονται ως επιλογές και δεν χάνεται τίποτε σημαντικό.
Ακόμη και σήμερα σε πάρα πολλές περιοχές της Αφρικής χρησιμοποιούν το μουσικό τόξο μάλιστα σε μονόχορδη μορφή. Ενώ στην Ελλάδα χρησιμοποιούμε το πανάρχαιο τρίχορδο κούρδισμα.
Αυτό μας δείχνει αφενός πόσο λίγο διαφέρουμε από τους απώτατους μουσικούς αφενός, αφετέρου πόσο σημαντικό είναι να υπάρχουν όλες οι εκδοχές οργάνων και μεθόδων ακόμη και οι πιο πρωτογενείς-πρωτόγονες ώστε να διαλέξει ο μουσικός τι του αρέσει και του ταιριάζει και για διδακτικούς και για εξελικτικούς εκφραστικούς λόγους.
Αλλιώς κατανοεί κανείς τα έγχορδα παίρνοντας στα χέρια του ένα μουσικό τόξο και αλλιώς μια σύγχρονη κιθάρα.
Όσον αφορά τα τρίχορδα όργανα τώρα ξεκινώντας από το μουσικό τόξο το τρίχορδο κούρδισμα περνά προφανώς σε κάθε εξέλιξη του, ειδικά στα πρωτογενή στάδια. Λόγου χάρη υπήρχε τρίχορδο τρίγωνο, τρίχορδη πηκτίς, τρίχορδη Χέλυς, τρίχορδη φόρμιγγα, τρίχορδη βάρβιτος, τρίχορδη σαμβύκη και τρίχορδη πανδουρίδα.
Η μεν πανδουρίδα κρατάει το κούρδισμα αυτό μέχρι σήμερα, η δε σαμβύκη έγινε πρώτα Πηκτίδα αποκτώντας πλαίσιο και έφτασε να γίνει η πολύχορδη [100+]άρπα με αντηχείο και βάση στο έδαφος, πρόκειται για τη σύγχρονη άρπα ορχήστρας.
Η πανδουρίδα που κρατάει το τρίχορδο κούρδισμα είναι παγκόσμια υπόθεση υπάρχει δηλαδή σε κάθε άκρη του πλανήτη τουλάχιστον από την ελληνιστική εποχή ενώ στον Ελλαδικό χώρο σήμερα είναι η ποντιακή, κρητική, θρακιώτικη μακεδονίτικη και πολίτικη λύρα, ο τρίχορδος ταμπουράς ή θαμπούρα και το τρίχορδο μπουζούκι [με τριπλό ζεύγος χορδών πια] σε διάφορα μεγέθη: μπαγλαμαδάκι, τζουράς, μπουζούκι.
Η πανδουρίδα μέσω της εξέλιξης της από την άποψη της κατασκευής τους σώματος της και της εξειδίκευσης του ύφους της με διαφορετικά κουρδίσματα από άλλα όργανα(τετράχορδα, επτάχορδα, οκτάχορδα, ) γίνεται ο πρόγονος της πλειοψηφίας των σύγχρονων εγχόρδων.
 Λύρα Σαμβύκη
λύρα Σαμβύκη[= ξύλο κούφιο, ζαμπούκος= ακτέα ή κουφοξυλιά ή αφροξυλιά, επίσης πλοιάριο της ερυθράς θάλασσας].
Η προέλευση της λύρας σαμβύκης από το μουσικό τόξο είναι οφθαλμοφανής.
Ώστε δεν χρειάζεται να δούμε γιατί δεν είναι μονού βραχίονα η σαμβύκη -ούτε και η εξέλιξη της η πανδουρίς- γίνεται τέτοια όταν και επειδή το ένα άκρο της το καταλαμβάνει το αντηχείο.
λύρα σαμβύκη από κεραμικό αγγείο
Εξέλιξη της λύρας Σαμβύκης είναι η λύρα πανδουρίς ή πανδουρίδα.
 Πανδουρίς 500πΧ
η λύρα Πανδουρίς [πάνδρυς =ολόξυλο δρυός παν+δρύς]με ευθύγραμμο βραχίονα .
Στην παραπάνω εικόνα παριστάνεται Κόρη-Εταίρα με πανδουρίδα από το αρχαιολογικό μουσείο Αθηνών του 500πΧ

Η λύρα πανδουρίς σε προκατακλυσμιαία αναπαράσταση του 1900πΧ σε Αιγυπτιακό ταφικό μνημείο που παριστάνει σκανδαλιστική ορχήστρα εταίρων των λαών της θάλασσας με σαμβύκη, πανδουρίδα, δίαυλο και φωνή, ορχηστρικό σχήμα εταίρων που διατηρείται μέχρι την Ελληνιστική εποχή στον Ελληνικό και Ελληνιστικό κόσμο, πρόκειται προφανώς για λαϊκή ορχήστρα . 
Η πανδούρα τόσο στην αρχαιότητα όσο και στις μέρες μας δεν αποτελεί λόγιο όργανο όπως οι άλλες λύρες και αυτό έχει να κάνει με το πρωτογενές ύφος του τρίχορδου κουρδίσματος της.
Λυρα Πανδουρίς στον Χετιτικό πολιτισμό
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Οι Χιττίτες ήταν αυτοκρατορία
πολυεθνική δεν
ήταν
ένα έθνος.
Ξεκίνησαν ως έθνος κοντά στη
Μεσοποταμία αναπτύχθηκαν
δυτικά όπου είχαν
κατακτήσει αυτόχθονα προελληνικά φύλα με
ανεπτυγμένο
μουσικό πολιτισμό
όπως
Φρύγες,
Λυδούς, Κάρες
και Λέλεγες,
επεκτάθηκαν έτσι στον
ευρύτερο
χώρο της Μικράς
Ασίας,
ενώ πριν τον
Τρωικό πόλεμο
βρίσκονταν σε γειτονική
περιοχή
της
Μεσοποταμίας με όριο την
Ανατολία.Ο Τρωικός
πόλεμος άφησε
απροστάτευτα
τα
εδάφη που
κατείχαν
οι
νικημένοι και
διαλυμένοι
στρατιωτικώς Μικρασιάτες
όχι
όμως
και τα
παράλια πεδινά κα εύφορα εδάφη μαζί με το
πέρασμα
του Βοσπόρου
για τα
οποία
έγινε ο εμφύλιος πόλεμος
Ελλαδιτών και
Μικρασιατών
Ελλήνων και τα οποία
προστατεύτηκαν εντατικά
από τους
Ελλαδίτες.
Τα υπόλοιπα εδάφη αφέθηκαν
στην
τύχη
τους ως
άγονα
πετρώδη και ηπειρωτικα. Οι Χιττίτες τα
κατέλαβαν και στη
συνέχεια
έγιναν εύκολα
μέρος της Περσικής
αυτοκρατορίας .
Από τους νικημένους Τρώες, Φρύγες, Λυδούς, Κάρες
και Λέλεγες οι
πληθυσμοί
που
μπόρεσαν
να ξεφύγουν
από τους κατακτητές
κατέληξαν
στις
εξής περιοχές
με τις οποίες
σχετίζονταν
πολιτιστικά εμπορικά και φυλετικά, εκεί έδωσαν
δείγματα
της
έφεσης
τους στις τέχνες:
Ά.Στα παράλια
της Μικράς Ασίας και στα γειτονικά νησιά
Μυτιλήνη, Λήμνος,
Χίος, Σάμος, επίσης Τρώες από την
Λήμνο
αποίκησαν την
Ετρουρία -στην κεντρική
Ιταλία- .
Β.Στο
Ιόνιο κατέφυγαν
Κάρες, Τηλεβόες και Λέλεγες
Γ.Στην Φοινίκη στα
παράλια σημερινού
Ισραήλ Λίβανου
και
Συρίας κατέφυγαν Λυδοί και Φρύγες κοντά σε περιοχές ετεοκρητών.
Η μουσική αναπτύχθηκε ιδιαιτέρως στα παράλια
της
Μικράς
Ασίας βόρεια
δυτικά και
νότια
που
ήταν
ανεπτυγμένες
περιοχές
με πλούσια
εδάφη από τα
πρώτα παγκοσμίως
όπου
αναπτύχθηκε η γεωργική
επανάσταση
όπως και οι
τέχνες και
επιστήμες γενικότερα για
τούτο λέχθηκε
πως
η
μουσική
ήταν
Ασιάτις, και πράγματι
ήταν, η
Ασία
ξεκίναγε
από την
Μικρά Ασία που ήταν
ελληνικός
και
προελληνικός ζωτικός
χώρος μέχρι
την νοτιοανατολική
Ανατολία
και μέχρι τον
βορειοανατολικό Πόντο και
τον
Καύκασο που
επίσης
έχουν τεράστια
ιστορία
στη
μουσική και
όχι
μόνο από την προϊστορική ή μυθική εποχή ακόμη.
Γειτονικές περιοχές όπως η Θράκη, και μιλάμε για
την ευρύτερη
προελληνική
Θράκη που
περιλαμβάνει
περιοχή τεράστια:
σημερινή
Βουλγαρία και
Ρουμανία, και μέχρι την
Κωνσταντινούπολη. Η
σημερινή Θράκη που
βρέχεται
από το αιγαίο πέλαγος
ήταν η πατρίδα
του μυθικού ή
προϊστορικού Ορφέα.
Το νησιωτικό Αιγαίο με προεξάρχουσες Κρήτη και
Κυκλάδες αλλά
και η Κύπρος, είχαν και έχουν
ακόμη
πλούσια
μουσική
παράδοση και έφεση.

η Χέλυς [=χελώνα] Το πρωτόγονο είδος πηκτίδος είναι μια τρίχορδη, τετράχορδη, πεντάχορδη, επτάχορδη ή ψευδοοκτάχορδη πηκτίδα όπου το καβούκι χρησιμοποιείται μόνο σαν μέσο στερέωσης κι όχι ως αντηχείο. Τελικά το καβούκι κόβεται στη μέση και κρατιέται το καμπύλο μέρος του με επένδυση από δέρμα σαν είδος τύμπανου που παίζει το ρόλο αντηχείου.
Κατασκευασμένη με βραχίονες από κέρατα ταύρου ή αγριοκάτσικου και καβούκι χελώνας αρχικά και μετά ξύλινα αντίγραφα τους είναι εμφανώς μια πρωτόγονη κατασκευή λύρας.

Βάρβιτος [=βαρύτονη] πρόκειται για μια χέλυς ή άλλη λύρα με μακριούς κεράτινους -από αντιλόπη- ή ξύλινους βραχίονες με αντηχείο καβούκι χελώνας αρχικώς. Στη συνέχεια κατασκευάζεται από ξύλινους βραχίονες ή λυγισμένο καμπυλωμένο -με βράσιμο- ξύλινο ενιαίο βραχίονα, στο τέλος γίνεται εξολοκλήρου ξύλινη [φόρμιγγα] και έτσι καταλήγει Κιθάρα βάρβιτος με κοντές μεν χοντρές δε χορδές.
Μούσα με φόρμιγγα από αττικό αγγείο
Φόρμιγγα[=φορητή] τρίχορδη, τετράχορδη, πεντάχορδη, επτάχορδη και ψευδοοκτάχορδη και εξολοκλήρου ξύλινη, με αντηχείο και με μηχανισμό ξεχειλώματος του ήχου της χορδής.

Κιθάρα ή κίθαρις βάρβιτος [= Θωρακόσχημη κορυφαία βαρύτονη: [κίθαρις <κίθαρος=θώρακας, θωρακόσχημο ψάρι και κορυφαία κορώνα-διάδημα- ],
[βάρβιτος<βάρβιτον<βαρύμιτον<βαρύ+μίτον=χορδή].
Η κίθαρις βάρβιτος είναι η τελειοποίηση της αρχαϊκής ''κίθαρης'' η οποία είναι απλή τρίχορδη ή τετράχορδη ή πεντάχορδη φόρμιγγα ή πηκτίδα [φόρμιγγα μονοκόμματη χωρίς αντηχείο].
Η τελειοποιημένη μορφή της φόρμιγγας είναι η ξύλινη επτάχορδη ή ψευδοοκτάχορδη [με επτά είδη χορδών: αρχική και τελική χορδή ίδια με διαφορά οκτάβας]. Προικίστηκε με μεταλλικά εξαρτήματα κουρδίσματος: κεντρικό άξονα συνολικό κλειδί και συντονισμού: δίχαλα διαπασών αλλά και βιμπράτο: ελάσματα συμπίεσης του άξονα για το ξεχείλωμα του ήχου των χορδών. Αυτές οι μετατροπές έγιναν την κλασική εποχή για τούτο έχει συνδεθεί με αυτή την εποχή ως η απόλυτος επαγγελματικός εκφραστής του Απολλώνιου- Λόγιου πνεύματος.
Οι μηχανισμοί αυτοί έδωσαν τη δυνατότητα δημιουργίας νέων τρόπων στην ελληνική μουσική έφτασαν τους 116 [Χαράλαμπος Σπυρίδης] πρόκειται για τον Βαρύ ήχο και τον πλάγιο του που βρίσκουμε και στην ιερή εκκλησιαστική μουσικής μας παράδοση.
Αργότερα την ελληνιστική εποχή γίνεται πολύχορδη μεν μια απλή φορητή άρπα δε και ονομάζεται από τους ρωμαίους ιταλική λύρα, λύρα ρωμαϊκή, citara, cetra, και άλλα.

μάγαδις βυζαντινή: κρητική, πολίτικη, ποντιακή λύρα
Μάγαδις [=γοητευτική-μαγική] ή απόκρυφη λύρα, η κάθε είδους λύρα με καμπυλωμένο καβαλάρη που χρησιμοποιείται σαν τοξωτή με δοξάρι.
μαγαδίζω — (Α) [μάγαδις] 1. παίζω το μουσικό όργανο μάγαδις 2. παίζω, συνοδεύω κάποιον, συμψάλλω στον διαπασών τόνο, επειδή οι χορδές τής μαγάδιδος ήταν χορδισμένες μεταξύ τους κατά οκτώ τόνους ή κατά μία οκτάβα εκδοχές Ρε λα ρε και Λα ρε λα, Μι σι μι(«μαγαδίζειν εν τη διαπασων συμφωνίη»),

μάγαδις ουαλική: κροθ [παραφθορά του όρου κίθαρις]
1900πΧ ''τα δώρα στον βασιλιά" απόσπασμα τοιχογραφίας σε Αιγυπτιακό τάφο, Λαοί των θαλασσών.

μάγαδις τρίγωνον ή ψαλτήριο ή κανών

μάγαδις Αγγλοσαξωνική crot & φινλανδίας jouhiko tallarpa
Η μάγαδις είναι από τις αρχαιότερες μορφές έγχορδου μουσικού οργάνου ξεκινάει η ιστορία της από το μουσικό τόξο όπου η πιο ιδιαίτερη διέγερση χορδών γίνεται κατορθωτή με τη χρήση άλλου τόξου, το γνωστό δοξάρι-τοξάρι, την καθιστά το απόκρυφο είδος οργάνου ιερής μουσικής το οποίο καθιστά το τοξωτό έγχορδο όργανο ως πρωτογενές είδος από τα αρχαιότερα μεν, άγνωστα στο ευρύ κοινό δε μέχρι την νίκη των Ρωμαίων επί των Ελλήνων και τον βανδαλισμό των ιερών.
Στα ιερά ωδεία της αλεξανδρινής αυτοκρατορίας και σε οικείες πλουσίων κιθαριστών ελληνιστών φυλάσσονταν αυτού του είδους τα όργανα και τότε διαχύθηκαν σε λαϊκούς ανθρώπους έλληνες ή ρωμαίους και έγιναν λαϊκά όργανα σε όλη τη ρωμαϊκή επικράτεια στην οποία υπήρχαν ωστόσο ως πανδουρίδες νυκτές που παίζονταν δηλαδή με πένα [=φτερό χήνας κομμένο στην άκρη σε σχήμα νυχιού] όπως παίζεται ακόμη σήμερα το λαούτο και το ούτι.
Το 2016 διαπιστώνουν οι αρχαιολόγοι από κτερίσματα τάφου στην Καστοριά πως υπήρχε στην αρχαϊκή εποχή η λεγόμενη απόκρυφη λύρα: η τοξωτή, που χρησιμοποιούνταν στις απόκρυφες τελετουργίες από την προϊστορία ακόμη βρίσκουν σε παράσταση αμφορέα να παριστάνεται λύρα με καμπύλο καβαλάρη τετράχορδη και με κρεμασμένο το δοξάρι πάνω της [παρουσίαση καθηγητή Χαράλαμπου Σπυρίδη Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών] τα αρχαιολογικά ευρήματα εκτίθενται στα αρχαιολογικά μουσεία Καβάλας, Αβδήρων.
Ενδείξεις είχαμε και παλιότερα για το γεγονός
αυτό, επειδή υπήρχε το ημιτελές πήλινο
αγαλματίδιο Έρωτα με λύρα ώμου που θεωρούνταν πως παίζονταν με
δοξάρι.
 ''βιολιστής ερωτιδέας''
αρχαίο πήλινο ειδώλιο ( μέσα του 3ου αι. π.Χ.) βρέθηκε στα Άβδηρα, και εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Καβάλας (αρ. ευρ. Ε 193).
Η Μάγαδις εμφανίστηκε σε κοινή θέα επί Ρωμαίων και Βυζαντίου όταν οι επιδρομείς ψευτοχριστιανοί βάνδαλοι τα πήραν από τα αρχαία ιερά και μαντεία που λεηλάτησαν. Απόκρυφα όργανα ήταν το τοξωτό τρίχορδον - τοξωτή πανδούρα- πρόκειται για τις τοξωτές τρίχορδες λύρες , ποντιακή, πολίτικη, θρακιώτικη, κρητική, καλαβρίας , ραμπάπ, φίλντ, κροθ, και λοιπά που βρίσκουμε κατά τον μεσαίωνα σε κάθε γωνιά της ρωμαϊκής και βυζαντινής αυτοκρατορίας ειδικά στην Ευρώπη ως λαϊκά όργανα που παίζονται με τρείς τρόπους στη μέση νυκτά και τοξωτά -νυκτά σε πόδι και σε ώμο.
Ωστόσο η λύρα κροθ στην Ουαλία Σκωτία και Ιρλανδία είναι η Κέλτικη προφορά του κίθαρις και παίζεται
α.ως κιθάρα [στο μηρό]
β.ως λύρα-βιολοντσέλο [στο πόδι]
γ.ως βιολί [στον ώμο] ακόμη και σήμερα.
υπάρχουν ενδείξεις ότι βρίσκεται από τους αρχαϊκούς χρόνους λόγω των φυλετικών πολιτιστικών και εμπορικών σχέσεων Κελτών και Ετεοκρητών -Πρώιμοι Μινωίτες-.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Η Κελτική ''Βρουτανία'' είναι η Χώρα του Βρούτου
γιού του Αινεία
που
διέφυγε από την Τροία
στην
κεντρική Ιταλία στην
Ετρουρία. Ο
Βρούτος αποίκησε
τη βόρεια Γαλλία -Βρετάνη- και
τη
μεγάλη Βρετανία
που
θεωρείται αποικία
των
προελλήνων
Τρώων
προγόνων των Κελτών
μέρος
του λαού των
θαλασσών.
Η γενετική συγγένεια Ελλήνων και μερικών
Κελτών
συγκεκριμένα των
Ιρλανδών,
Ουαλλών
και
Σκωτσέζων-
έχει
αποδειχθεί
τελευταία
με
εξέταση του DNA.
Οι συγκεκριμένοι
κέλτες έχουν διαφυλάξει την
αρχαϊκή
μουσική παράδοση που
παρέλαβαν και
δίνουν
τεράστια
σημασία σε αυτή: Η άρπα είναι
σύμβολο
εθνικό για τους
Κέλτες Ιρλανδούς που
περιέχεται
στη σημαία τους και
αποδεικνύει
το
γιατί
εμφανίζονται ως οι θεματοφύλακες για
τους
αυλούς και τις
άρπες. Το όργανο
Κροθ είναι
πιθανόν
να βρίσκεται από
την
αρχαϊκή
εποχή
στα χέρια των
Κελτών ή και
παλαιότερα από την
εποχή των λαών
της
θάλασσας.
4.3 Οι διωγμοί των Ελλήνων και του μουσικού πολιτισμού τους
Από το 400 μΧ εξοβελίστηκε η χρήση κάθε είδους λύρας ως Ελληνικό όργανο και μάλιστα της κορυφαίας έκφρασης του Ελληνικού πολιτισμού. Βρέθηκαν οι λύρες υπό διωγμό από υποτιθέμενους χριστιανούς αυτοκράτορες και κάποιους από τους παρατρεχάμενους τους. Στην ουσία φανατικούς μισέλληνες γεμάτους μίσος προερχόμενα από τη δίψα για εκδίκηση και τον εθισμό στη βία και την αγριότητα που βίωναν την προηγούμενη περίοδο στην ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Με τους διωγμούς των χριστιανών που έγιναν με τη συμβολή μικρού μέρους του ξεπεσμένου ιερατείου των πολυθεϊστών Ελλήνων που έβλεπε να χάνει την πρωτοκαθεδρία -το ίδιο που είχε θανατώσει τόσους άξιους στο παρελθόν μεταξύ αυτών και τον Σωκράτη για τον ίδιο λόγο- υπήρξαν αντίποινα.
Πρόδιδαν κάποιοι από το ιερατείο τους χριστιανούς και έτσι τους σκότωναν με θηριώδεις τρόπους οι Ρωμαίοι. Το αίμα δεν ξεχνιέται και μάλιστα είναι σίγουρο πως θα χυθεί αίμα αθώων μαζί με των ενόχων από εκδίκηση. Όπως κι έγινε.
Η εκδίκηση επί ενόχων και αθώων υπήρξε με λίγα λόγια Καταστροφική για τον παγκόσμιο πολιτισμό: δεν έμεινε ιερό για ιερό, κτίριο για κτίριο, άγαλμα για άγαλμα, βιβλίο για βιβλίο, οτιδήποτε θύμιζε Ελλάδα όπως για παράδειγμα η αρχαία Σπάρτη, η αρχαία Κόρινθος, οι Μυκήνες και όλα εκείνα που είχαν διασωθεί μέχρι τότε άθικτα μετατράπηκαν σε νταμάρι από ερείπια, καμένα, σπασμένα, κατεστραμμένα, σφαγμένος ξεκληρισμένος κόσμος που δεν γνώριζε καν το γιατί.
Υπήρξε πέρα από μια απερίγραπτη γενοκτονία και μια ανυπολόγιστη πολιτιστική καταστροφή η οποία ποτέ δεν προβλήθηκε και είναι περίπου άγνωστη στο ευρύ κοινό.
Οι λύρες δεν μπόρεσαν να βρουν σε τέτοιους καιρούς πουθενά καταφύγιο, δεδομένου ότι δεν είχαν κατάλληλο χώρο να παιχθούν ως ιερά και λόγια όργανα, επειδή:
Τα θέατρα αφανίστηκαν, επίσης ως κορυφαία ιερή και λόγια πολιτιστική έκφραση του Ελληνισμού, που μάλιστα εξευτελίστηκαν στο ρωμαϊκό τσίρκο μιμικής και θυμελικής μουσικής.
Τα ιερά της αρχαίας θρησκευτικής παράδοσης αφενός απαξιώθηκαν κι εξέπεσαν λόγω της σταδιακά ολικής μεταστροφής των πιστών στον χριστιανισμό -ο εχθρός του καλού είναι το καλύτερο- και αφετέρου καταστράφηκαν λεηλατήθηκαν στη διάρκεια των διωγμών των Ελλήνων.
4.4 Η διάσωση του προχριστιανικού μουσικού πολιτισμού των Ελλήνων
Η διάδοχη κατάσταση έφερε τη μετατροπή των διασωθέντων ιερών [ερειπίων ή μη] σε χριστιανικά ιερά στα οποία μετά το 400μΧ δεν χρησιμοποιούσαν πια μουσικά όργανα. Αυτό συνέβη ώστε να ξεφύγουν από κοσμικές επιρροές, να αποφύγουν το ηχητικό χάος και να αναπτύξουν τη διαχρονικότητα και το άριστο των οργάνων την ανθρώπινη φωνή μέσα από την ψαλτική.
Οι φωτισμένοι και μορφωμένοι χριστιανοί ειδικά οι άγιοι Πατέρες και ακόμη ειδικότερα οι Μελωδοί, αποδείχθηκαν εξαιρετικοί γνώστες της ιερής μουσικής παράδοσης αφού χρησιμοποίησαν έσωσαν και ανάπτυξαν το άξιο και το ουσιαστικό της αρχαίας ρίζας της Ποιητικής παράδοσης. Ανανέωσαν το σύνολο της ζωντανής μουσικής παράδοσης, αξιοποιώντας τα πρότυπα της, τη μετρική της το ύφος και τις αρχές της, τον ήχο των μελωδιών. Διαιώνισαν έτσι το ύφος και το ήθος μαζί με τις συγκεκριμένες μελωδίες των πανάρχαιων ιερών αριστουργηματικών ύμνων, ακόμη και προϊστορικών, που ταίριαζαν στο χριστιανικό αυστηρό και σοβαρό ήθος και ύφος.
Οι μελωδίες και τα Ποιητικά τους πρότυπα, όπου Ποιητικό εννοούμε: λογοτεχνικό και μουσικό δηλαδή μετρικό ρυθμικό και μελωδικό πρότυπο-υπόδειγμα, που αξιοποιήθηκαν και έτσι διασώθηκαν ζωντανές φτάνουν ζώσες αφενός και εκ παραλλήλου εξελικτικά τελειοποιημένες σε νεώτερους απογόνους τους που φτάνουν μέχρι σήμερα μέσα από την Καθ'ημάς μουσική παράδοση. Για τούτο προς τιμήν των αγίων Πατέρων ονομάζουμε αυτή την μουσική παράδοση Βυζαντινή μουσική.
Οι πατέρες διαφύλαξαν τις πηγές στα μοναστήρια από όπου υπάρχει πρόσβαση και στα αρχαία κείμενα των ύμνων που επίσης διασώθηκαν. Μετά το σχίσμα των εκκλησιών μεγάλο μέρος αυτών έχει μείνει στο Βατικανό. Για τούτο η Γρηγοριανή μουσική παράδοση στηρίζεται σε κοινή προχριστιανική παράδοση με την λεγόμενη βυζαντινή ως εκ τούτου οφείλουμε να την μελετήσουμε επίσης ώστε να βρούμε αμφότεροι τα κομμάτια του ψηφιδωτού που λείπουν.
Τα πανάρχαια πρότυπα είναι ενταγμένα σε τρείς κατηγορίες μαζί με νεώτερες τελειοποιήσεις κι εξελίξεις τους που τα ακολουθούν στο ύφος στο ήθος στους τρόπους, στην Οκτάηχο δηλαδή:
1.το Ειρμολογικό [από το ειρμός =συνέχεια]
2.το Στιχηραρικό [από το στίχος =πρότυπο]
3.το Παπαδικό [από το παπάς =ιερέας] τα πιο Ιερά και εξελιγμένα από άποψη ποιότητας μεγέθους και ουσίας είναι τα Παπαδικά επειδή τα λένε οι ιερείς.
1.το Ειρμολογικό
Το αργό και σύντομο Ειρμολογικό.
Όπου:
1Α Το σύντομο Ειρμολογικό σημαίνει πως κάθε
συλλαβή αντιστοιχεί ένας
φθόγγος. Πρόκειται
για την
αρχαιότερη μορφή Ειρμού, προτύπου
δηλαδή, που
παίζονταν με λύρα-κιθάρα και
δίαυλο.
Στα σύντομα ανήκουν:
οι ειρμοί των κανόνων
οι σύντομες δοξολογίες, τα προσόμοια, τα απολυτίκια, τα
καθίσματα, τα κοντάκια, τα σύντομα αναστάσιμα
1Β Το αργό Ειρμολογικό σημαίνει πως προκύπτει
από το
σύντομο Ειρμολογικό ως
εξέλιξη του με
διπλασιασμό
της χρονικής διάρκειας των
συλλαβών του κειμένου.
Στα αργά ανήκουν: οι αργές καταβασίε,οι αργές
δοξολογίες, το α' αντίφωνο του δ'ήχου
το άξιον εστίν, οι λειτουργικοί ύμνοι
2α.Το σύντομο ή νέο Στιχηραρικό είδος είναι αυτό
στο οποίο ανήκουν τα
αργο-σύντομα μέλη στα
οποία μια συλλαβή επεκτείνεται σε δύο ή τρείς
μουσικούς
φθόγγους.
Στα σύντομα ή νέα στιχηραρικά ανήκουν:
τα κεχραγάρια, τα πασαπνοάρια, τα δογματικά
δοξαστικά, τα εωθινά
2β.Το αργό ή παλαιό στιχηραρικό είναι αυτό στο
οποίο
ανήκουν:
τα αργά ιδιόμελα, τα κακραγάρια, τα πασαπνοάρια του
Ιακώβου
3.Στο παπαδικό είδος ανήκουν τα αργά μέλη όπου
μια συλλαβή επεκτείνεται σε
ολόκληρη
μουσική
φράση ονομάστηκαν έτσι επειδή κατά την
διάρκεια της
εκτέλεσης τους τελούνται
σπουδαίες λειτουργικές
πράξεις και διαβάζονται
ευχές
από τον λειτουργό
ιερέα που απαιτούν
ικανό χρόνο [προετοιμασία
μεγάλης
εισόδου,
θεία κοινωνία κλπ]. Τέτοια είναι:
Τα χερουβικά
τα κοινωνικά
Για να σχηματίσουμε μια εικόνα για το πλήθος των αρχαιότατων αυτών προτύπων θα πούμε πως μόνο τα Ειρμολογικά περιέχονται σε ένα τόμο κάπου χιλίων σελίδων [είναι κάπου χίλια] πρόκειται για το έργο
«ΝΕΟΝ ΥΠΕΡΠΛΗΡΕΣ ΕΙΡΜΟΛΟΓΙΟΝ» Δημ. Ιωαννίδη, Άρχοντος Πρωτοψάλτου της Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως
4.5 Μετά την επικράτηση των χριστιανών
Τα λαϊκά όργανα ο αυλός και η πανδουρίδα επί βυζαντίου βρέθηκαν σε ασφαλές καταφύγιο στην αγκαλιά του λαού, δηλαδή της λαϊκής μουσικής στην λεγόμενη κοσμική ή δημοτική παράδοση που την υπηρετούσε από την προϊστορία και που σε αυτό το τεράστιο χρονικό διάστημα έχει διαχυθεί σε όλο τον κόσμο.
Βρίσκεται τότε παντού, ειδικά μέσα στις λαϊκές οικείες των ανθρώπων, αφού κατασκευάζονται εύκολα ακόμη κι από ιδιώτες. Σε αντίθεση με τις δύσκολες αριστοτεχνικές κατασκευές τις κιθάρες που σαν ιερά και λόγια όργανα εξαιρετικής ακριβείας είναι δύσκολο να φτιαχτούν ακόμη και σήμερα και ως εκ τούτου κοστίζουν ακριβά. Για το λόγο αυτό φυλάγονταν ως κόρη οφθαλμού σε ιερά ωδεία, και σε κάποιες λίγες οικείες πλουσίων-διάσημων κιθαριστών ή κιθαρωδών. Όλοι αυτοί οι χώροι γίνονται στόχος επιδρομέων.
Όταν λοιπόν όλοι εκείνοι οι χώροι λεηλατούνται τα όργανα ως εύθραυστα αντικείμενα καταστρέφονται κι αν όχι αμέσως αφαιρούμενα από τον γνώστη ιδιοκτήτη πέφτουν σε χέρια αδαούς και σε μικρό διάστημα καταστρέφονται επειδή το ύφος τους όπως και η δυσκολία στη χρήση τους τα καθιστά άχρηστα στους επιδρομείς.
Η διακοπή της ορθής και πλήρους χρήσεως της κιθάρας-λύρας από τους γνώστες και η πρωτογενής χρήση της [χρήση από μη γνώστη] φαίνεται από το γεγονός της μετατροπής της ελληνικής κιθάρας σε "ιταλική" κιθάρα μια απλή άρπα φορητή δηλαδή το πλέον πρωτόγονο είδος λύρας. Έτσι μέσω του ξεπεσμού η παράδοση της κατασκευής και χρήσης τους διακόπτεται σχετικά πιο εύκολα.
Αυτή η διακοπή συνέβη το 395-397μΧ που ξεκίνησαν επίσημα οι διωγμοί των Ελλήνων από τον Αλάριχο τον Βησιγότθο τον υποτιθέμενα ''χριστιανό'' που δεν άφησε πέτρα πάνω σε άλλη και το έργο του συνέχισαν και άλλοι τέτοιου είδους ''χριστιανοί''. Το μένος του δεν άφησε τίποτε από ότι υπήρχε στην Πελοπόννησο το αφάνισε. Δυστυχώς το χείριστο παράδειγμα του ακολούθησαν πολλοί ακόμη σε όλο τον άλλοτε ελληνιστικό μετέπειτα ρωμαϊκό και βυζαντινό χώρο.
4.6 Οι συσχετίσεις με τα σύγχρονα όργανα
Δυστυχώς για τους διώκτες τόσο των οργάνων αυτών όσο και γενικότερα του πολιτισμού που εξέλιξε τις λύρες και τις ανέδειξε, το πνεύμα δεν κατακρημνίζεται και δεν τεμαχίζεται όπως τα γλυπτά οι αμφορείς οι ναοί και τα μουσικά όργανα.
Το ύψος του πολιτιστικού επιπέδου όπου οδηγεί η κατηγορία αυτή οργάνων για μιάμιση χιλιετία [μόνο στα ιστορικά χρόνια 900πΧ-400μΧ] βοηθά στο να αφήσει πάμπολλα ίχνη στον ελληνικό αλλά και στον τεράστιο πολυεθνικό ελληνιστικό χώρο:
α. σε αγγεία κεραμικά ως λεπτομερέστατες παραστάσεις
β. στα συγγράμματα μουσικής και ποίησης παγκοσμίως, τεράστιου πλήθους και λεπτομέρειας περιγραφών.
γ. σε σχεδιαστικές επιρροές σε μετέπειτα όργανα εντελώς αναπάντεχα έως και εκπληκτικά όπως λόγου χάρη στη σύγχρονη ηλεκτρική κιθάρα, και σε κάθε είδους κιθάρα, στο πιάνο, στο βιολί, στο
μαντολίνο, αλλά και σε παραδοσιακά όργανα όπως στο λαούτο, στον ταμπουρά, στον ταμπουρά σάζι, και σε άλλους μουσικούς πολιτισμούς όπως, στο ινδικό Σιτάρ και πολλά άλλα.
Η ανανέωση του ενδιαφέροντος πολύ αργότερα συγκεκριμένα μετά την αναγέννηση, για την πανδουρίδα και τον αυλό, που στο μεταξύ διάστημα ξεπερνούν τις ιστορικές καταστροφές και κακουχίες μέσω του τεράστιου πλήθους και της διασποράς τους, επειδή είναι λαϊκά όργανα ευρείας διάχυσης, βοηθάει περαιτέρω την επέκταση της χρήσης της πανδουρίδας με το λόγιο και ιερό κούρδισμα και από λόγιους μουσικούς δημιουργώντας αντίστοιχο ρεπερτόριο ευρετήριο.
Η αναβάθμιση της ποιότητας και του ρόλου τους και σε λόγια έκφραση όπως έγινε με το λαούτο και τις εκδοχές του -κυρίως με τη μορφή λαουτοκιθάρας, ούτι, μάντολας και μαντολίνου αλλά και βιολιού [ τοξωτού οκτώσχημου λαουτοκιθάρας ή βιέλας] αλλά και τον αυλό στις διάφορες εκδοχές του δηλαδή όλη την πτέρυγα πνευστών συμφωνικής ορχήστρας.

Οκτώσχημη τοξωτή λαουτοκιθάρα στη Μονή Μεγίστης Λαύρας 1350μΧ
Διαχέεται η χρήση του λαούτου- νέα κιθάρα- ξανά επί βυζαντίου, όπως άλλοτε στην ελληνιστική και παλιότερα την εποχή της μεγάλης Ελλάδας, η τρίχορδη πανδουρίδα.
Η πανδουρίδα ήταν γνωστή και από παλαιότερες προϊστορικές εποχές σε όλους τους πολιτισμούς ειδικά δε σε όλο τον ευρωπαϊκό χώρο αλλά και εκτός αυτού, ειδικά στον Περσικό, στον Αραβικό και Ινδικό κόσμο. Στον Περσικό Αραβικό και Ινδικό μουσικό πολιτισμό διασώζεται το κοσμικού χαρακτήρα ελληνιστικό υλικό που δεν διέσωσαν οι χριστιανοί, όπως τα διονυσιακού ήθους και ύφους δημιουργήματα που ταίριαξαν στις περιπτώσεις αρχόντων πλούσιων με παλάτια, χαρέμια και λοιπά βλέπε Μακτρισμούς που έγιναν τσιφτετέλια και χοροί της κοιλιάς με οδαλίσκες σε όλη την ανατολή όπου αναπτύχθηκαν και έγιναν μέρος μιας μακρόχρονης παράδοσης σε βαθμό που να χαρακτηρίσει την ανατολική μουσική παράδοση με τα ιδιαίτερα ηχοχρώματα ρυθμούς και το ύφος τους.
Επίσης οι στρατοί, όπως άλλοτε στην αρχαιότητα οι πρώτοι διδάξαντες : οι Σπαρτιάτες, εκμεταλλεύτηκαν κάποιες ιδιότητες αυλών όπως τον στεντόρειο ήχο ειδικά των μεταλλικών αυλών δηλαδή των πρόγονων της μεταλλικής σάλπιγγας και έφτιαξαν για πολεμικούς και στρατιωτικούς σκοπούς [κωδικοποιημένα παραγγέλματα-σαλπίσματα]. Πλήθος όργανα πνευστά κυρίως εξελίξεις της σάλπιγγας και άλλων ειδών αυλού εξειδικεύτηκαν έτσι σχηματίζοντας μάλιστα ολόκληρες ορχήστρες στρατιωτικές με τη συνοδεία από κρουστά τύμπανα και μεγάλα κύμβαλα -πιατίνια-.
Οι στρατοί δεν λείπουν κι έτσι διασώθηκαν και επεκτάθηκαν οι χρήσεις των αυλών κάθε είδους που από στρατιωτική χρήση περνάει και σε μη στρατιωτική εύκολα όπως έγινε με τον Κάλαμο.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Ο Κάλαμος -αυλός με γλωσσίδι κατασκευασμένος
από πολύ χοντρό καλάμι-
εξελίχθηκε σε
κλαρινέτο με
την
προσθήκη
μηχανισμών
Θηβαίας.

Chalameux =Κάλαμος η σύγχρονη γαλλική
ανακατασκευή Κάλαμου με τρύπες σε σύστημα μπαρόκ
Η Θηβαία υπήρξε
πρόγονος
κλαρίνου και
τρομπονιού, με τον
οποίο κατάφερναν να
παίζουν
όλους τους
Τρόπους.
Τον τύπο αυτό
παρέλαβαν
οι Ρωμαίοι
από
την
Θηβαϊκή
κατασκευαστική
και
μουσική παράδοση σε
μεταβλητούς αυλούς
ξύλινους με
μεταλλικούς
δακτυλίους
και
μοχλούς
ενεργοποίησης όπως του κλαρίνου αλλά
και
μεταλλικούς συρταρωτούς αυλούς
σάλπιγγες
που λειτουργούσαν όπως το
τρομπόνι και
έδωσαν
την ιδέα για τις βαλβίδες
κομβία
[Θηβαία-Τibia
ονομάζονται ακόμη
σήμερα
στην Ιταλία] με
μεταλλικούς
μηχανισμούς το
οποίο
πέρασε
στη δυτική
Ευρώπη
δίνοντας
μέσω των
εφευρέσεων των
προτυποποιημένων:
βαλβίδων -
κομβίων
ακριβείας
και το ειδικό επιστόμιο την
μεγάλη
εξέλιξη στα
πνευστά. Από
τη δυτική
Ευρώπη
αγοράστηκε το
κλαρίνο μαζί με άλλα
όργανα
για
την
μπάντα του
Τούρκικου
στρατού. Μέρος
του τουρκικού στρατού ήταν
έλληνες
αρματωλοί
πρώην βοσκοί που έπαιζαν
φλογέρα,
κάλαμο και
άλλους αυλούς κι
από κει
έγινε
γνωστό
στους Έλληνες
οργανοπαίκτες
αυλών και
κάλαμου, το
εξελιγμένο και όχι νέο
όργανο, που
όχι
απλά
το
δέχτηκαν ως
εναλλακτική του
κάλαμου,
αλλά το
άρπαξαν
ως εξελικτικά
τελειοποιημένο
αντικαταστάτη
του και το
έκαναν
τον
κορυφαίο αυλό, το γνωστό κλαρίνο
της
δημοτικής μας παράδοσης που μόνο στη
χρήση
διαφοροποιείται σε σχέση με το
κλαρινέτο
της κλασικής
μουσικής.
Αυτά τα κατ' ευφημισμό νέα εννοώντας τελειοποιημένα όργανα επικράτησαν καλύπτοντας μάλιστα και τις ανάγκες του τομέα της έντεχνης λόγιας έκφρασης μέσα από δεκάδες εξειδικεύσεις τους.
Να παρατηρήσουμε πως, όπως όλα τα πνευστά και αερόφωνα προέρχονται από τον πρωτόγονο αυλό, έτσι και όλα τα έγχορδα και χορδόφωνα προέρχονται από την πρωτόγονη λύρα που λέμε μουσικό τόξο.
Ας δούμε τις εξελίξεις των διαφόρων λυρών μέχρι σήμερα:
Η λύρα πανδουρίς ή τρίχορδον λέγεται κατά τόπους και χρόνους:
τρίχορδον ή πάνδρυς, πανδουρίς, πανδουρίδα, πανδούρα, πανδόρα, παντόρα, μάντολα [πανδούρα>pandura>pantorio>pandora>mandola],
μαντολίνο, μαντοτσέλο, θαμπούρα, ταμπουράς> ταμπουράς τζουράς, ταμπουράς σάζι, ταμπουράς μπαγκλαμά, ταμπουράς μπουζούκ και άλλα.
Η λύρα σαμβύκη και πάνδρυς φέρονται να είναι δημιούργημα των αρχανθρώπων των σπηλαίων, τρωγλοδύτες Πόντου, ή Ποντίους οι οποίοι σχετιζόμενοι με τους Πελασγούς αρχάνθρωπους πλάνητες, έκαναν την λύση αυτή γνωστή στο σύνολο των μουσικών πολιτισμών του κόσμου αν δεν είχε ήδη δημιουργηθεί εκ παραλλήλου από αυτόχθονες.
Διαδίδεται όπως φαίνεται από παραστάσεις σε τοιχογραφίες όλων των μουσικών πολιτισμών κατά την προκατακλυσμιαία προϊστορική εποχή και χρησιμοποιείται παντού. 
Σε Αιγυπτιακή ταφική τοιχογραφία φαίνεται παράσταση κυκλαδικής ορχήστρας εταίρων με δίαυλο, λύρα σαμβύκη, λύρα πανδούρα, λύρα φόρμιγγα και παιδική φωνή. Τόσο τα όργανα όσο και η σύνθεση είναι ξένη για την αιγυπτιακή μουσική κουλτούρα, των ιερέων μουσικών σε αντίθεση με το ελευθεριάζον λαϊκό πνεύμα των εταίρων των λαών της θάλασσας και του κυκλαδικού πολιτισμού και μετέπειτα ελληνικού που ταιριάζουν μια χαρά για τη διασκέδαση των βασιλέων και αξιωματούχων της Αιγύπτου όπως των μεσοποτάμιων και αργότερα των ρωμαίων των βυζαντινών, των αράβων, των ινδών, των κινέζων και λοιπά.
Η κατασκευή της λύρας με δύο βραχίονες είναι επίσης προϊστορική υπόθεση φαίνεται από μεσοποταμιακές και αιγυπτιακές τοιχογραφίες να παριστάνουν άτομα κυκλαδικού πολιτισμού που περιγράφονται ως Λαοί της Θάλασσας να συνοδεύουν δώρα με γαϊδουράκια συνοδεία αρχαϊκής κιθάρας.
Επίσης σε κτερίσματα σουμερικού τάφου ανακαλύπτεται η επάργυρη λύρα με κυκλαδικό-μινωικό σύμβολο Ταύρου και εικάζουμε πως πρόκειται για δώρο διπλωματικό.
Κατά την Ελληνιστική εποχή γίνεται διάχυση της σε όλο τον χώρο της Μακεδονικής και στη συνέχεια της Ρωμαϊκής και Βυζαντινής αυτοκρατορίας δηλαδή σε παγκόσμιο επίπεδο. Είναι επομένως με τον ένα ή τον άλλο τρόπο γνωστή τόσο η πανδούρα όσο και η κιθάρα.
Η κιθάρα [κίθαρις βάρβιτος] έγινε διάσημη μέσω των θεάτρων που κτίστηκαν ανά την επικράτεια της Αλεξανδρινής αυτοκρατορίας της ελληνιστικής εποχής επειδή συνόδευε την θεατρική παράσταση ειδικά τον χορό με τουλάχιστον τετραμελή ορχήστρα δίαυλου κρουστών φωνής.

βλέπουμε εδώ υπαίθρια ορχήστρα με δίαυλο με παρτιτούρα, κρουστά, σαμβύκη, κιθάρα, χέλυς, φωνή με παρτιτούρα και αυλό. Η παρτιτούρα της εποχής αυτής ήταν του μονόγραμμου συστήματος

Διαυλιτής σε τραγωδία
Επίσης βοήθησαν οι αγώνες κιθαριστικής και κιθαρωδίας ανά την επικράτεια της αλεξανδρινής αυτοκρατορίας που συνέχισε εκ παραλλήλου με τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία για αιώνες [Πτολεμαίοι] μέχρι που κατακτήθηκε από ρωμαίους, βυζαντινούς, άραβες, ινδούς, μογγόλους κλπ.
Αυτά τα όργανα λοιπόν μέσω των ζυμώσεων του αμαλγάματος των πολιτισμών των αυτοκρατοριών έγιναν ευρέως γνωστά -όπου δεν ήταν ήδη- και αγαπητά όπως φαίνεται σε όλη την υφήλιο.
Το ένα όργανο: η πανδούρα ως λαϊκό όργανο είναι σχετικά εύκολο να παιχτεί και να φτιαχτεί ενώ το άλλο όργανο η κιθάρα ως λόγιο επαγγελματικό είναι και το πλέον δύσκολο της εποχής του τόσο στο να παιχτεί δεξιοτεχνικά όσο και στο να φτιαχτεί.
Όπως ήδη αναφέρθηκε αυτό εξηγεί το πως καταλήγει εκεί από όπου ξεκίνησε στην πρωτογενή εκδοχή της αυτή της πολύχορδης άρπας που ονομάζεται και ιταλική λύρα ή ρωμαϊκή λύρα.
4.7 Η εξέλιξη της πανδούρας και της πηκτίδας μέχρι σήμερα
Εξελίσσονται από την πανδούρα μια σειρά από εξειδικευμένα λαϊκά και λόγια έγχορδα μουσικά όργανα.
Τα υπόλοιπα όμως προέρχονται από την Πηκτίδα, και κάποια από την εξειδίκευση της σε Κανόνα.
Η εξέλιξη της πηκτίδος σε κίθαρη βάρβιτο :
πρωτόγονη λύρα ή μουσικό τόξο >
τρίγωνον, τρίχορδον, επιγόνιον >
πηκτίς ή άρπα,>
χέλυς [χωρίς αντηχείο] >
χέλυς[με αντηχείο]>
χέλυς βάρβιτος[με αντηχείο]>
φόρμιγγα[=πηκτίς με αντηχείο]>
φόρμιγγα βάρβιτος [με μηχανισμό βιμπράτο]>
κίθαρις βάρβιτος [με κεντρικό κλειδί, με δίχαλα συντονισμού, με μηχανισμό βιμπράτο]
Η εξέλιξη της πηκτίδας σε σύγχρονη άρπα
Μουσικό τόξο>
Πηκτίς+Σαμβύκη>
Σύγχρονη άρπα με πλαίσιο
Η εξέλιξη του κανόνα σε πιάνο
Το όργανο Κανών απέκτησε αντηχείο έγινε πολύχορδο όργανο που διέθετε μέχρι εκατό χορδές, είναι το σημερινό Κανονάκι και αποτέλεσε πρόγονο για το σαντούρι, το ξυλόφωνο, το μεταλλόφωνο, και μέσω αυτών του κλαβίχορδου και του πιανοφόρτε-πιάνο-
μουσικό τόξο>
τρίγωνον, τρίχορδον, επιγόνιον, άρπα, πηκτίς, χέλυς [χωρίς αντηχείο]>
κανών>
κανών με αντηχείο =ψαλτήριο>
κανονάκι,
κανονάκι+ξυλόφωνο/μεταλλόφωνο>
σαντούρι
κανονάκι +ύδραυλις +>τσέμπαλο
τσέμπαλο+σαντούρι>πιανοφόρτε=πιάνο
Σημείωση
Η ύδραυλις του Κτησίβιου είναι όργανο της
ελληνιστικής
εποχής πρόκειται για το πρώτο
πληκτροφόρο όργανο
που λειτουργεί με
μηχανισμό αυλών λέγεται και
όργανον και
δωρίζεται στον Πάπα από τον
αυτοκράτορα του
βυζαντίου Ιωάννη Τραυλό κι έτσι
μπαίνει σε κάθε
καθολικό ναό όπως γίνεται μέχρι
σήμερα.
Αντί για μηχανισμό αυλών το τσέμπαλο αποκτά μηχανισμό έγχορδο στηριζόμενο στο κανονάκι.
Το τσέμπαλο αποτελείται από κανόνα και
μηχανισμό πένας ανά πλήκτρο.
Με αντίστοιχο πνεύμα εξελίσσεται το σαντούρι σε πληκτροφόρο πιανοφόρτε το μετεξελισσόμενο στο γνωστό πιάνο. Το
πιάνο αποτελείται από κανόνα και μηχανισμό
δόνησης χορδών, με μηχανικά ελεγχόμενα
σφυράκια-πλήκτρα.
Ο αρχικός σκοπός κατασκευής του κανόνα είναι το κούρδισμα άλλων οργάνων.
Πριν από τον πρωτογενή Κανόνα κούρδιζαν τις
χορδές τη μία σε
σχέση με την άλλη ενώ ο
δίαυλος και ο αυλός του πάνα λειτουργούσαν ως κουρδιστήρι. Ο αυλός
έδινε τον τόνο με
το ισοκράτημα του, βοηθούσε
τόσο στο αρχικό κούρδισμα καθώς και στη
διατήρηση του σωστού κουρδίσματος για τούτο στις τελετές υπήρχαν πάντα αυλός (συνήθως δίαυλος) και λύρα.
Σήμερα ακόμη χρησιμοποιούνται σε τελετές μόνο πνευστά και κρουστά [φιλαρμονική δήμου], για παράδειγμα: Περιφορά Επιταφίου, κηδείες, Ευαγγελισμός, Επιφάνεια, και λοιπά.
Αργότερα χρησιμοποιήθηκαν ως πιο φορητά το διαπασών: το διπλό μεταλλικό δίχαλο [Λα και λα] το οποίο τοποθετήθηκε και πάνω στη κιθάρα βάρβιτο με χρήση ισοκράτη και κουρδιστή των ακραίων χορδών υπάτη και νήτη του ψευδοοκτάχορδου κουρδίσματος.
Αρκετά αργότερα κάπου το 1700 δημιουργήθηκαν πρότυπες τονικές μεταλλικές σφυρίχτρες για το κούρδισμα μέσω του ακουστικού συντονισμού κάθε χορδής με το υπόδειγμα ήχου στηριζόμενο στην πρότερη χρήση του αυλού του πάνα και του δίαυλου που έπαιζαν τον ίδιο ρόλο.
Υπόψη μέχρι σήμερα -από την αρχαϊκή εποχή- τα έγχορδα διαθέτουν για κουρδιστήρι σφυριχτράκια-αυλούς με τις επιθυμητές συχνότητες των χορδών. Σήμερα έχουμε πέρα από τα παραπάνω και ηλεκτρονικό όργανο κουρδίσματος αυτή είναι η επιπλέον συμβολή μας .
Το 1700 λοιπόν η ανάγκη για δημιουργία μεγάλων ορχηστρών έκανε απαιτητική την προτυποποίηση των οργάνων που υπήρχαν με αποτέλεσμα μια σειρά από επεμβάσεις που προκύπτουν χάρη της συμφωνίας των οργάνων μεταξύ τους. Έτσι προκύπτουν τα όργανα συμφωνικής ορχήστρας του λεγόμενου συγκερασμένου συστήματος που συμπαρασύρουν όλα τα υπόλοιπα όργανα σε κοινή προτυποποίηση.
Το φαινόμενο εντάθηκε αργότερα με την βιομηχανική επανάσταση και την παραγωγή σε σειρά των μουσικών οργάνων με απαίτηση σταθερής ποιότητας ήχου.
Από την λαϊκή στην λόγια χρήση της πανδουρίδας
Οι διωγμοί και ο αποκλεισμός των καθεαυτού λόγιων οργάνων κιθάρας και απολλώνιας λύρας [επτάχορδης ή ψευδοοκτάχορδης] στη μεσαιωνική Ευρώπη και στο Βυζάντιο οδηγεί στην κάλυψη του κενού της χρήσης της.
Το κενό της λαϊκής και λόγιας κοσμικής έκφρασης καλύπτεται από μία μορφή λύρας που χρησιμοποιείται τότε και είναι υποτιθέμενα μονού βραχίονα πρόκειται για τη λαουτόσχημη λύρα με αντηχείο, τρίχορδη και τετράχορδη ή εξάχορδη και οκτάχορδη με διπλές χορδές, που παίζονταν είτε με πλήκτρο και πέννα είτε με δοξάρι,-απόκρυφη λύρα- .
Πρόκειται για τη λαϊκή Λύρα: πανδουρίδα και μετεξελίξεις της.
Ας δούμε πως προκύπτουν κάποια σύγχρονα λαϊκά όργανα μετεξελίξεις της, όπως το μπουζούκι, ο τζουράς ο μπαγλαμάς, το τετράχορδο μπουζούκι, η μάντολα, το μαντολίνο, το λαούτο, το ούτι, η κιθάρα, το βιολί, η βιόλα, το βιολοντσέλο, το κοντραμπάσο.
ΜΠΟΥΖΟΥΚΙ
Ταμπουράς, Τζουράς, Μπαγλαμάς, Σάζι,
Η λέξη μπουζούκι φαίνεται να προέρχεται από τη περσική λέξη "tambur-e bozorg" που σημαίνει "μεγάλος ταμπουράς" με μετατροπή του ήχου "rg" σε "k" στην Ελληνική και την Τουρκική
Το μπουζούκι όπως όλα τα έγχορδα ανάγεται στην προϊστορική εποχή και συγκεκριμένα στην πρωτόγονη λύρα ή μουσικό τόξο από το οποίο προκύπτει με προσθήκη επιπλέον χορδών η τρίχορδη πρωτόγονη λύρα ή μουσικό τόξο .
Η λύρα Σαμβύκη, δημιουργείται με την προσθήκη αντηχείου στο μουσικό τόξο, γίνεται μια λαουτόσχημη λύρα.
Η λύρα Σαμβύκη όταν αποκτά ευθύγραμμο βραχίονα γίνεται Πανδουρίς ή Τρίχορδον πρόκειται για το σημερινό τρίχορδο ταμπουρά αλλά και το μπουζούκι τζουρά και μπαγλαμά.
Η διαφορά είναι πως για πιο καθαρό και γρήγορο παίξιμο με πέννα-πλήκτρο απέκτησαν διπλές ίδιες χορδές και τάστα. Η τεχνική με τις διπλές χορδές είναι εξίσου αρχαία αφού το πανάρχαιο κούρδισμα Ρε λα ρε είναι ένα από τα πρώτα αν όχι το πρώτο που έχει διπλή χορδή με διαφορά οκτάβας.
Ωστόσο αποδεικνύει πως δεν είναι καινούρια ιδέα.
Εξάλλου επί βυζαντίου γνωρίζουμε πως ο τρίχορδος ταμπουράς ή θαμπούρα είχε διπλές χορδές και κινητά τάστα ασυγκέραστου συστήματος.
Πολύ αργότερα παρέλαβε τη σύγχρονη συγκερασμένη ταστιέρα από την λαουτοκιθάρα και το μαντολίνο.
Η τεχνική με την σύγχρονη ταστιέρα είναι πολύ πρόσφατη.
Το 1691 ο γερμανός Andreas Werkmeister επινοεί ένα καινούργιο τρόπο κουρδίσματος, το συγκερασμένο σύστημα, το οποίο επικρατεί μέχρι σήμερα στη διεθνή μουσική κοινότητα. Ξεκίνησε για λόγους κατασκευαστικής αναγκαιότητας από το Πιάνο τον βασιλιά της συμφωνικής ορχήστρας αφού είναι το όργανο των συνθετών και επιβλήθηκε σε όλη τη συμφωνική ορχήστρα για λόγους συνεργασίας και απλοποίησης.
Μέχρι και το 1900 όμως στην καθημάς μουσική την ασυγκέραστη [λεπτομερούς] συνηθίζονταν όργανα που ονομάζονταν ταμπουράς ή θαμπούρα -ώς παραφθορά του πανδούρα- τα οποία είχαν τρεις ή έξι ή επτά χορδές κρατώντας το κούρδισμα τρίχορδου ή απολλώνιας λύρας με ταστιέρα ασυγκέραστου συστήματος.
Ο ταμπουράς τζουράς [μικρός] είναι τρίχορδος,
ο ταμπουράς μπουζούκ[μεγάλος] είναι τρίχορδος και μεγάλου μεγέθους,
ο ταμπουράς μπαγκλαμά[ελάχιστος] είναι τρίχορδος και πολύ μικρός, ενώ
ο ταμπουράς σάζι [δεξιοτεχνικός]είναι επτάχορδος.
Οι διπλές χορδές είναι αποτέλεσμα της χρήσης ταστιέρας και της ευκολίας που δίνει αυτή στο γρήγορο παίξιμο.
Η ταστίερα αναφέρεται πως προέρχεται από τη Βίνια.
Η βίνια είναι ινδικής επινόησης όργανο της ελληνιστικής εποχής που κατά τη γνώμη μου είναι μια πρόχειρη ιδιοκατασκευή πανδούρας όπου ο βραχίονας επειδή είναι κυλινδρικός και κούφιος χρησιμοποιεί ξύλινα νεύρα φέτες για να ακουμπάνε οι χορδές ενώ το αντηχείο του είναι μια κολοκύθα [ή περισσότερες].
Το πιστεύω αυτό επειδή γνωρίζω πως
1.Ούτε ο σωλήνας με νεύρα είναι της ελληνιστικής εποχής που δημιουργήθηκε η Βίνια, αφού ανάγεται στον μουσικό σωλήνα όργανο πρωτόγονο αρχαίο σχεδόν όσο και το μουσικό τόξο και μάλιστα αποτελεί απλή παραλλαγή του τόξου που πιθανότατα έδωσε την ιδέα για τη δημιουργία πανδούρας.
2.Ούτε οι κολοκύθες για αντηχείο είναι τεχνική της ελληνιστικής εποχή επειδή είναι από τα πρώτα αντηχεία της παλαιολιθικής εποχής.

Όλα ανεξαιρέτως τα μουσικά όργανα ξεκινούν από την εποχή του πολιτιστικού και φυλετικού αμαλγάματος της ανθρωπότητας που λέγεται απώτατη προϊστορία όπου δεν υπήρχαν έθνη.
Η ταστιέρα εμφανίζεται στην απώτατη προϊστορία από το μουσικό τόξο με δακτύλιο που διαιρούσε τη χορδή κι έτσι προέκυψε ο πειραματισμός για το μοίρασμα των περιοχών που αντιστοιχούν σε συγκεκριμένους ήχους και το σημάδεμα τους με σημάδια. Τα σημάδια αυτά ήταν και παραμένουν τόσο οπτικά με χρώμα όσο και απτικά με εξογκώματα δερμάτινα ή μεταλλικά ή ξύλινα.
Είναι γνωστό πως επί ελληνιστικής και βυζαντινής εποχής εφαρμόζεται αυτή η βοηθητική τεχνική στον ταμπουρά με κινητά δερμάτινα ή χάλκινα δακτυλίδια ευρετήρια που ακόμη χρησιμοποιούνται ως κινητά τάστα σημάδια στο ασυγκέραστο σύστημα στον ταμπουρά στο σάζι και στο λαούτο.
Επειδή η έντονη ανάγκη κατατοπισμού του μουσικού υπήρχε από την εποχή της πρώτης δημιουργίας της πανδουρίδας προσωπικά θεωρώ πως τότε δημιουργήθηκε το βοηθητικό αυτό σύστημα ώστε να δώσει λύση στο θέμα αυτό.
Το ινδικό όργανο βίνια επηρέασε την μεσαιωνική εξέλιξη της μεθόδου αυτής σε σταθερή ταστιέρα που μας έδωσε το σύγχρονο συγκερασμένο σύστημα ξεκινώντας από την ισπανική κιθάρα.
Η συγκερασμένη ταστιέρα πρωτομπαίνει στο άταστο λαούτο[ούτι], ως βοηθητική μετεξέλιξη από γνώστες της βυζαντινής μουσικής και ειδικά της κοσμικής οργανικής πιθανόν άραβες που γνωρίζουν και χρησιμοποιούν την βυζαντινή ταστιέρα ασυγκέραστου όσο και τις ινδικές επινοήσεις τις οποίες και σε μεγάλο βαθμό καρπώθηκαν άθελα τους επειδή εκείνοι τις έκαναν γνωστές [βλέπε άλγεβρα].
Άραβες μουσικοί ήρθαν μέσω της Ισπανίας σε επαφή με τις δυτικοευρωπαϊκές εξελίξεις της οργανοποιίας εμπλουτίζοντας τις, το κατάφεραν γνωστοποιώντας την ινδική και βυζαντινή λύση επί του θέματος που τους απασχολούσε.
Η ταστιέρα απλοποιείται τελειοποιείται και χρησιμοποιείται στο συγκερασμένο σύστημα από τους κατασκευαστές κλασικής κιθάρας και κάθε είδους κιθάρας και ακολουθεί η εφαρμογής της στα υπόλοιπα έγχορδα όπως στο λαούτο, στο μαντολίνο, στη μάντολα και λοιπά. Ακολουθεί το μπουζούκι κάθε είδους όπου αλλάζουν την πολύπλοκη αλλά λεπτομερή ταστιέρα του ασυγκέραστου συστήματος με αυτή του απλοποιημένου συγκερασμένου συστήματος. Αλλάζει προκειμένου να συνεργαστούν οι λαϊκές ορχήστρες με προηγμένα πληκτροφόρα όργανα συγκερασμένου συστήματος όπως το πιάνο και το ακορντεόν και με έγχορδα όπως η κιθάρα, το μαντολίνο και το λαούτο.
Προπολεμικός ρεμπέτης όπως τον βλέπουμε σε ταινίες μεταπολεμικές χρησιμοποιεί τετράχορδο μπουζούκι.
Δεν γνωρίζουμε με τι κούρδισμα, πιθανολογούμε με κούρδισμα Ρε λα ρε σολ ως επέκταση του κρητικού κουρδίσματος της λύρας λα ρε σολ.
Ο κιθαρίστας και λαϊκός οργανοπαίκτης μπουζουκιού Μανώλης Χιώτης χρησιμοποίησε το τετράχορδο μπουζούκι ανέπτυξε την τεχνική, προέβαλε και διεθνοποίησε το τετράχορδο μπουζούκι ωστόσο δεν ξέρουμε αν ήταν ο εφευρέτης για το κούρδισμα Ρε Λα Φα Ντο που χρησιμοποίησε και έδωσε την έντεχνη ώθηση μέσω των έντεχνων λαϊκών συνθέσεων που έγιναν το νέο ευρετήριο-ρεπερτόριο του οργάνου.
Η ηλεκτρική κιθάρα μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο δίνει την ιδέα για το ηλεκτροακουστικό μπουζούκι στον Χιώτη που εισάγει τον ηλεκτρικό του ήχο.
Μπορεί να θεωρείται από τα πρώτα τετράχορδα μπουζούκια είναι του Μανώλη Χιώτη είναι όμως ο πρώτος που χρησιμοποίησε ηλεκτροακουστικό μπουζούκι.
ΜΑΝΤΟΛΑ
Μαντολίνο, μαντοτσέλο, λαούτο, ούτι, κιθάρα
Η ιστορία των οργάνων αυτών είναι στην ουσία η διαδικασία μετατροπής του οργάνου Τρίχορδον σε τετράχορδο και οκτάχορδο στην προσπάθεια να καλυφθούν οι λόγιες ιδιότητες-δυνατότητες του τετράχορδου και οκτάχορδου κουρδίσματος. Η λύρα πάνδρυς ή πανδουρίς ή πανδούρα ονομάζεται μεταξύ πολλών άλλων και Παντόρα και Μάντολα.>>pandura & pandorio>pandora & mandola>mandola =αμύγδαλο & mandolino-μικρή μάντολα ή αμυγδαλάκι-]
Από τη σειρά εξέλιξης της πανδούρας έχουμε τη μάντολα και το λαούτο που δίνουν όταν γιγαντώνονται το ούτι και την κιθάρα και όταν μικραίνουν το μαντολίνο.
Τα πιο κοντινά όργανα στο ηχόχρωμα της αρχαίας κιθάρας είναι τα μεγαλύτερα με μπάσο ήχο τέτοια είναι η κιθάρα και το λαούτο ή ούτι και το τσέλο στην τοξωτή μορφή του.
ΚΙΘΑΡΑ
κλασική, ακουστική, ηλεκτρική, μπασοκιθάρα, ηλεκτροακουστική, ηλεκτροκλασική
[εξάχορδη, δωδεκάχορδη, επτάχορδη, πεντάχορδη τετράχορδη]
η εξέλιξη της κιθάρας
πανδούρα+τετράχορδη φόρμιγγα [ Σολ ρε λα μι]>
τετράχορδη λύρα καλαβρίας και μαντομπάσο μι,λα,ρε,σολ>
Οκτώσχημο λαούτο>α.νυκτό β.τοξωτό
α.νυκτό οκτώσχημο λαούτο τετράχορδο μι λα ρε σολ>
λαουτο-κιθάρα οκτάχορδη[4x2]>
λαουτο-κιθάρα δωδεκάχορδη[6x2]>
κιθάρα κλασική 6>
κιθάρα ακουστική 6 &12>
ηλεκτρική κιθάρα 4,5,6>
ηλεκτροακουστική κιθάρα 6&12
Λύρα Απόλλωνα [=7 χορδές]+ πανδουρίς>
ταμπουράς σάζι 7
ταμπουράς+οκτώσχημο λαούτο- κιθάρα>
ρώσικη κιθάρα 7χορδη
Η μετατροπή λοιπόν την πανδουρίδας σε νέου τύπου κιθάρα και εντέλει στην σύγχρονη κιθάρα είναι η εξέλιξη που περιγράφουμε.
Η αρχαία λύρα πηκτίς ήταν τρίχορδη, τετράχορδη, πεντάχορδη, επτάχορδη ή ψευτο-οκτάχορδη [και πολύχορδη όταν χρησιμοποιούνταν όπως η άρπα δηλαδή μια χορδή ένας φθόγγος].
Όταν όμως το παίξιμο εξελίχθηκε με τη συμβολή του μουσικού τόξου με δακτύλιο, κατάλαβαν πως δεν χρειάζονται πολλές χορδές για να έχουν μεγάλη ποικιλία ήχων-φθόγγων.
Οι πολλές χορδές κατασκευασμένες από στριμμένο άντερο ή νεύρο ζώου ήταν ολόκληρη περιπέτεια να κατασκευαστούν, να εφαρμοστούν, να κουρδιστούν, και ειδικά όταν έσπαγε κάποια, να ξανά κουρδιστεί το όργανο.
Προέκριναν λοιπόν τα ολιγόχορδα κουρδίσματα ειδικά το τρίχορδο και το τετράχορδο που έδιναν αρκετά μεγάλη γκάμα με το λεγόμενο μοίρασμα της χορδής, με κινητό καβαλάρη: το νύχι δηλαδή, που μπορούσε να δώσει από κάθε χορδή τεράστια ποικιλία ακόμη και από μονόχορδο όργανο. Όμως μονή χορδή σημαίνει τοπικά συγκεντρωμένη φθορά έτσι το σχήμα έπρεπε να γίνει δίχορδο τουλάχιστον ώστε να μοιραστεί η φθορά και να επιμηκυνθεί χρονικά η χρήση.
Αρχική χορδή είναι σίγουρα η Λα για λόγους αντιληπτικής φυσιολογίας του εγκεφάλου του ανθρώπου. Πήρε κοντά της την Ρε ή την Σολ ή την Σι σύμφωνα με τα κουρδίσματα του τρίχορδου που βλέπουμε στις πηγές αλλά και παγκοσμίως ως συγγενείς ηχητικά. Όμως το σι δεν είναι φθόγγος του πεντατονικού [ντο ρε φα σολ λα] συστήματος που εντοπίζεται στους προϊστορικούς χρόνους.
Άρα αρχαιότερο είναι το δίχορδο ρε λα
ενώ το ψευτοτρίχορδο Ρε λα ρε φαίνεται να έπεται κατά πολύ του τρίχορδου λα ρε σολ επειδή για να βρεις την εξάβα Ρε, ρε [εξάβα στο πεντατονικό ή οκτάβα στο επτατονικό] πρέπει να ξέρεις ήδη το πεντατονικό. Άρα το τρίχορδο λα ρε σολ κρητικής λύρας είναι κατά πολύ αρχαιότερο του Ρε λα ρε και το ποντιακό κούρδισμα σι μι λα σχετικά νεώτερο του, αν και αρχαίο.
Η ιστορική εξέλιξη του τρίχορδου κουρδίσματος:
-Αιόλιο κούρδισμα: Ντο, Λα, Ρε
-Δώρειο κούρδισμα: Σολ, Λα, Ρε
Αναφέρεται ως κούρδισμα του Επίγονου
-Ιώνιο [Λύδιο]κούρδισμα: λα, Ρε, Λα
-Μιξολύδιο κούρδισμα: ρε, Λα, Ρε
Αναφέρεται ως κούρδισμα της Σαπφούς
Τα αρχαία κουρδίσματα τα βρίσκουμε ακόμη σε όργανα απομονωμένων περιοχών τόσο του ελλαδικού χώρου (Ήπειρος και νησιά) όσο και του παγκόσμιου: για παράδειγμα τα βρίσκουμε στους κέλτες Ουαλίας Σκωτίας και Ιρλανδίας αλλά και στα Απαλάχια όρη στην Αμερική από τους πρώτους εποίκους από την Σκωτία Ιρλανδία και Ουαλία που κατοίκησαν στην ιδιαίτερη αυτή περιοχή με τους ιθαγενείς Ινδιάνους διατηρώντας μάλιστα την πολιτιστική τους παράδοση μαζί με αυτή των ιθαγενών. Γονιμοποιώντας με αυτά τα σπέρματα μουσικού πολιτισμού τη σύγχρονη αμερικάνικη παραδοσιακή μουσική που υποβοήθησε την τζαζ, σουίνγκ, μπλουζ, κάντρι, φολκ ροκ και ποπ, και μέσω αυτών συνολικά τη μουσική της σύγχρονης Αμερικής που έγινε διεθνής μέσω της μουσικής βιομηχανίας.
Τα ονόματα και μόνο δείχνουν πως υπήρχε επαφή με τον ελληνικό μουσικό πολιτισμό. Ας δούμε τα
κουρδίσματα του Mountain (Appalachian) Dulcimer
-Dorian κούρδισμα: Σολ, Λα, Ρε
-Ionian κούρδισμα: Λα, Ρε, λα,
-Aeolian κούρδισμα: Ντο, Λα, Ρε
-Mixolydian κούρδισμα: Ρε, Λα, ρε
H Eξέλιξη των κουρδισμάτων
λα
(μουσικό τόξο )
λα ρε
(μουσικό τόξο)
τρίχορδο κούρδισμα:
λα ρε ντο (Αιόλιο κούρδισμα)
(mountain appalachian duclimer)
λα ρε σολ (Δώριο ή Επιγόνιο κούρδισμα)
(λύρα κρητική, μακεδονίτικη, πολίτικη, θρακιώτικη, καλαβρίας)
Λα ρε λα (Ιώνιο κούρδισμα )
(mountain appalachian duclimer, λύρα τοξωτή Κορέας, Ιαπωνίας, Κίνας)
Ρε λα ρε (Μιξολύδιο η Σαπφικό κούρδισμα)
(τρίχορδο, πηκτίς, χέλυς, φόρμιγγα, ταμπουράς, μπουζούκι, μπαγλαμάς, τζουράς, αλλά και λύρα Κορέας Ιαπωνίας, Κίνας)
λα σι μι
(ποντιακή λύρα)
Μι σι μι
(βυζαντινή μπαλαλάικα ρώσικη)
σολ ρε λα μι
(πηκτίδα, φόρμιγγα, μαντομπάσο)
μι λα ρε σολ
(λύρα καλαβρίας, λαούτο, μαντολίνο, βιολί)
Το Μαντομπάσο (Mando Bass) όργανο με μονές χορδές με σειρά αρχαία ελληνική όπου πρώτα έρχονταν τα μπάσα, μας δείχνει πως πέρασε το αρχαιοελληνικό τετράχορδο κούρδισμα αντεστραμμένο στην λύρα καλαβρίας και από εκεί στην αναγεννησιακή βιέλα και το λεούτο οπότε και έγινε το αρχαίο Σολ, Ρε, Λα, Μι > Μι λα ρε σολ στο βιολί αλλά και στο λαούτο και το μαντολίνο με διπλές ίδιες χορδές πχ
Μαντολίνο & Λαούτο:
-ΜιΜι, ΛαΛα, ΡεΡε, ΣολΣολ
Παραλλαγές υπάρχουν αναλόγως την εξειδίκευση του οργάνου παράδειγμα η μπάσα μάντολα και το μπάσο μαντοτσέλο [πάντα σε ζεύγος χορδών]:
Μάντολα Mandola
-Μι, Ρε, Σολ, Ντο
Μαντοτσέλο Mandocello
- Μι, Ρε, Σολ, Ντο
το μι λα ρε σολ μαζί με το Μι σι μι μας δίνει το εξάχορδο κούρδισμα κιθαρολαούτου που περνάει στην κιθάρα.
Μι λα ρε σολ σι μι (κιθάρα)
12χ.επίσης με διπλές χορδές γίνεται δωδεκάχορδη λαουτοκιθάρα,ακουστική
11χ.ενώ η πολύ χοντρή μπάσα χορδή δημιουργεί υπερβολική τάση και το μπράτσο δεν αντέχει να γίνει διπλή,
οπότε οι 6 διπλές γίνονται 5 διπλές και μια μονή όπως στο ούτι
10χ.ή απλά πέντε διπλές όπως σε λαούτο
5χ.ή σε μπασοκιθάρα κρατιούνται ως πέντε μονές μπάσες
4χ.ή ακόμη και οι αρχικές τέσσερις μονές σε μπάσο ηλεκτρικό
8χ.ή διπλές στο οκτάχορδο λαούτο
Οι πρώτες Φόρμιγγες ή αρχαϊκές Κιθάρες ήταν τρίχορδες και τετράχορδες.
Το αρχαιότατο τρίχορδο κούρδισμα του Επίγονου λα ρε σολ ή της Σαπφούς Ρε λα ρε εξελίχθηκε στο
τετράχορδο του Τέραπανδρου μι λα ρε σολ
πρόγονος ή παράλληλο γνωστό στάδιο είναι το σι μι λα Μι επειδή το βρήκαμε στον αρχαϊκό κανόνα Ελικώνα.
Η μεν πανδουρίς που ήταν ανέκαθεν μόνον τρίχορδη, είναι λαϊκή και διασκεδαστική [λαϊκού χαρακτήρα] .
Η δε κίθαρις ή φόρμιγγα που είναι και τρίχορδη και τετράχορδη είναι Ιερή και ψυχαγωγική [έντεχνου χαρακτήρα= λόγια & λαϊκή].
Η επαγγελματική κίθαρη από την εποχή του Τέρπανδρου ήταν τρίχορδη και τετράχορδη. Ο Τέρπανδρος ως επαγγελματίας ένωσε δύο όμοιας διαβάθμισης τετράχορδα φτιάχνοντας το οκτάχορδο διπλών χορδών αρχικά και αργότερα ανακάλυψε το ερασιτεχνικό οκτάχορδο με απλό πειραματισμό στο βαθμιδωτό κούρδισμα των χορδών.
έφτιαξε το ιερό ονομαζόμενο και Απολλώνιο επτάφθογγο ή ψευτοοκτάχορδο
Λα - λα [Λα σολ φα μι ρε ντο σι λα]
Το τρίχορδο και το τετράχορδο όργανο ως επαγγελματικό κούρδισμα υπηρετούσε εξίσου καλά το πεντατονικό, το επτατονικό όπως και τα επόμενα χρωματικό και εναρμόνιο.
Ωστόσο τα ερασιτεχνικά κουρδίσματα του τύπου πηκτίδας δηλαδή χορδή και φθόγγος δίνει τα εξής κουρδίσματα:
ο πεντατονικό [λα,ντο,ρε,φα,σολ] συμπληρώνεται έτσι στις ερασιτεχνικές λύρες που έχουμε τόνο ανά χορδή -πηκτίδα ή άρπα- γίνεται τότε η λύρα
επτάχορδη: [λα,σι,ντο,ρε,μι,φα,σολ]
ή ψευδοοκτάχορδη: [λα,σι,ντο,ρε,μι,φα,σολ,Λα]
Ωστόσο οι επαγγελματίες προτιμούν το τρίχορδο και το τετράχορδο κούρδισμα που το χρησιμοποιούν με νύχι αντί για καβαλάρη και έτσι γίνεται ιδιαιτέρως γρήγορο το παίξιμο τους όπως των σημερινών λυράριδων της κρήτης που διατηρούν αυτού του είδους το παίξιμο.
Το κούρδισμα που προτείνουν οι οργανολόγοι είναι το αντίστοιχο φθόγγου ανά χορδή δηλαδή:
[λα σι ντο ρε μι φα σολ Λα] όμως δεν είναι δυνατό ενώ γνώριζαν και χρησιμοποιούσαν σε αρχαιότερους χρόνους το κούρδισμα με τις τετάρτες να μην τις χρησιμοποιούσαν στα νεώτερα και πιο επαγγελματικά όργανα.
Οπότε το τέλειο επαγγελματικό κούρδισμα της κίθαρης βάρβιτου που προτείνω είναι το ανεπτυγμένο σε τετάρτες ψευδοοκτάχορδο
Λα,μι,σι,φα,ντο,σολ,ρε,λα
το οποίο αναδιέταξε ο Πυθαγόρας σε Ντο- ντο μετά τις έρευνες του με τον μονόχορδο κανόνα.
Ντο,σολ,ρε,λα,μι,σι,φα,ντο
Η μόνη διαφορά με τους αρχαίους ήταν πως χρησιμοποιούσαν με αντίστροφη σειρά τις χορδές στο όργανο αντί για ανοδικά καθοδικά δηλαδή σαν να λέμε
μι λα ρε σολ Σήμερα
σολ ρε λα μι Επίγονου
Μας συμφέρει να κρατήσουμε το τετράχορδο κούρδισμα του επιγόνου στη σύγχρονη τετράχορδη λύρα ώστε να αξιοποιήσουμε την υποδομή για το κούρδισμα αυτό που υπάρχει σήμερα για μαντολίνο και βιολί
Ο Κανόνας Ελικών που έχει βρεθεί μαζί με τα βαρίδια του ήταν κανόνας αρχαϊκός τετράχορδος με χορδές τις μι λα σι Μι .
Ώστε οι τετράχορδες λύρες είχαν επί το πλείστον αυτό το κούρδισμα
ενώ και τα τρίχορδα όργανα κουρδίζονταν με αυτόν άρα είχαν μέρος των χορδών αυτού όπως η ποντιακή λύρα μι σι λα
όπως και τα λα ρε Λα & ρε λα ρε & ρε λα σολ
οι επτά φθόγγοι σε δύο ή τρεις οκτάβες αναλόγως το μέγεθος του οργάνου βρίσκονται όπως σήμερα με σημάδια μοιράζοντας τις χορδές σε λόγους
Παίρνουμε λόγου χάρη τη χορδή Δη=Σολ μήκους 108mm από το μοίρασμα της προκύπτουν:
Σολ=δη=1 ελεύθερη χορδή
λα=κε=8/9 συμφωνία δια δύο
σι=ζω=4/5 συμφωνία δια τριών
ντο=νη=3/4 συμφωνία δια τεσσάρων
ρε=πα=2/3 συμφωνία δια πέντε
μι=βου=3/5 συμφωνία δια έξι
φα=γα=9/16 συμφωνία δια επτά
σολ=δη=1/2 συμφωνία δια οκτώ
Αντίστοιχα μοιράζουμε κάθε χορδή και έχουμε τους βασικούς φθόγγους όπως στα σημερινά έγχορδα.
Το 2016 που μαθαίνουμε πως: η τοξωτή χρήση των εγχόρδων ήταν γνωστή από την αρχαϊκή εποχή και πως η τοξωτή λύρα αποτελούσε την απόκρυφη λύρα.
Μαθαίνουμε επίσης ότι το τετράχορδο κούρδισμα συνδέεται με την τοξωτή απόκρυφη λύρα. Επειδή εμφανίζεται στην αναπαράσταση ελληνικού αρχαϊκού αγγείου λύρα πηκτίς με τέσσερις χορδές καμπύλη γέφυρα και δοξάρι κρεμασμένο πάνω της .
Υπήρχαν και υπάρχουν ακόμη ωστόσο πανδουρίδες-τρίχορδες τοξωτές με επίπεδο όσο και με καμπύλο αντηχείο.
Τρίχορδες πανδουρίδες τοξωτές με επίπεδο αντηχείο που θεωρούνται νεώτερες ως σκάφη επειδή είναι σύνθεση πολλών ξύλινων κομματιών κι όχι μονοκόμματες είναι η Ποντιακή, η Καλαβρίας, η λύρα Ιρλανδίας, Ουαλίας και Σκωτίας γνωστή ως κροθ [παράφραση του κίθαρη] όπως επίσης και η μεσαιωνική λύρα Φινλανδίας και Νορβηγίας γνωστή ως Τζουχίκο Ταλάρπα.
Τρίχορδες πανδουρίδες τοξωτές με καμπύλο αντηχείο που θεωρούνται αρχαιότερες ως μονοκόμματες είναι:
Η Κρητική ή νησιώτικη λύρα, η Πολίτικη λύρα, η Μακεδονική, η Θρακιώτικη -γνωστη ως γκαντούλκα και ρεμπέκ σε βουλγαρία & ρουμανία-
Υπήρχαν επίσης τετράχορδες πανδουρίδες ως εξέλιξη της Ποντιακής και Κρητικής όπως η Κυκλαδική τετράχορδη πχ Κέας με επιπλέον χορδή ή χορδές συνήχησης αλλά και του Κρότωνα Καλαβρίας.
Από τη λύρα Κρότωνα Καλαβρίας,[τόπος εργασίας του Πυθαγόρα] προκύπτουν τα τετράχορδα τοξωτά τύπου Βιέλα που στη βορειοδυτική Ευρώπη ονομάζονται και Φίλντ τα οποία είναι οι πρόγονοι της οικογένειας του βιολιού. Πρόκειται αρχικά για πηκτίδα με τρίτο βραχίονα όπως της πανδουρίδας πίσω από τις χορδές για να βοηθάει στην τοξωτή της χρήση.
Η μίξη των χαρακτηριστικών: λύρα μονού βραχίονα-πανδουρίς- τετράχορδη επίπεδου αντηχείου μικρών διαστάσεων κάνει το όργανο κατάλληλο για χρήση τοξωτή σε ώμο σε μέση και σε πόδι αλλά και νυκτή με πένα ή πλήκτρο σαν Λαούτο ή Μαντολίνο.
Ήταν ένα πολυόργανο που παίζονταν άλλοτε σαν λαούτο με πέννα, άλλοτε σαν μαντολίνο με πλήκτρο από καβούκι χελώνας, άλλοτε με δοξάρι σαν λύρα κρητική όπως η βιέλα και η βιόλα, το τσέλο, η Γίγα ή κόντρα μπάσσο, άλλοτε με δοξάρι στον ώμο σαν βιολί όπως βλέπουμε σε αγιογραφίες στη μονή Μεγίστης Λαύρας στο 'Αγιο Όρος [14ος Αιώνας].
Η χρήση του οργάνου καθορίζει το σχηματισμό δύο βασικών οικογενειών οργάνων.
Από την τοξωτή χρήση προκύπτει η διαμόρφωση σχήματος οκτώ του αντηχείου που βολεύει ιδιαιτέρως και τα μεγαλύτερα όργανα ως μορφή για τοξωτή χρήση αλλά δίνει και την ιδέα της επίπεδης κιθάρας.
Το επίπεδο σχήμα ως μοίρασμα στα δύο του μεγάλου όγκου καμπύλου αντηχείου δίνει τη λύση στη διαμόρφωση του καμπύλου αντηχείου του λαούτου ειδικά στο ούτι με αντικατάσταση του από διπλό αντηχείο σαν δυο μεγάλες φέτες σε σύνθεση γύρω από την τρύπα γεγονός που δίνει την λαουτοκιθάρα και στη συνέχεια δίνει την ακουστική και την κλασσική κιθάρα.
Επίσης διαμορφώνει καθοριστικά την τοξωτής χρήσης οικογένεια οργάνων, το βιολί, τη βιόλα, το βιολοντσέλο, το κοντραμπάσο και τις ηλεκτρικές μετεξελίξεις τους.
Η νυκτή χρήση του δημιουργεί την οικογένεια λαούτου - κιθάρας με μέλη τα λαούτο, ούτι, μαντολίνο, μάντολα, μαντοτσέλο, κιθάρα κλασική, κιθάρα ακουστική ,κιθάρα ηλεκτρική ,κιθάρα ηλεκτροακουστική, κιθάρα μπάσο.
Το γεγονός πως προέρχονται από την πανδουρίδα που έχει καμπύλο ή επίπεδο αντηχείο μας δίνει τις εκδοχές με επίπεδο ή καμπύλο αντηχείο σε όλα τα όργανα της οικογένειας.
Από το Μαντολίνο Νεάπολης-Νάπολης- με καμπύλο αντηχείο και χορδές τέσσερις διπλές 4X2 έχουμε το όνομα λαούτο[λεούτο=βαρκάκι*] για μεγάλη πανδουρίδα με αντηχείο με δούγιες ονομάζεται δε λεούτο ή λιούτο και κατά παράφραση λαούτο επειδή μοιάζει με βαρκάκι Τοσκάνης-περιοχή της Ιταλίας- ως παράφραση του ονόματος leuto & liuto στα ιταλικά που προφέρονται λεούτο και λιούτο και στη συνέχεια λέγεται Ούτι.
΄*Leuto =βαρκάκι Τοσκάνης με ξύλινες δούγιες δηλαδή φέτες ξύλου
**Το όνομα λαούτο δίνει το όνομα ούτι επειδή λαούτο=liuto
προφέρεται
“λιούτο” ενώ στον πληθυντικό είναι τα λαούτα=liuti
και προφέρεται “λιούτι”
από την χρήση του γενικού όρου
προκύπτει το όνομα ούτι.
Από το Μαντολίνο Μιλάνο με επίπεδο αντηχείο και τέσσαρες 4χορδές όπως η λύρα Καλαβρίας που είναι παραλλαγή της κρητικής λύρας και ποντιακής λύρας με τέσσαρες χορδές, προκύπτει το επίπεδο τετράχορδο λαούτο. Παίρνουμε έτσι ένα μικρού και μεσαίου μεγέθους λαούτο οκτώσχημο τοξωτό και νυκτό με πλήκτρο αντίστοιχα.
Το οκτώσχημο επίπεδο λαούτο δίνει τη λαουτοκιθάρα που είναι οκτάχορδη 8=4Χ2 αυτή δίνει το ούτι με έντεκα χορδές 11=(2Χ5)+1[6 είδη χορδών] και έτσι δημιουργείται η δωδεκάχορδη μπάσα-ακουστική- λαουτοκιθάρα 12=2Χ6 και η κλασική κιθάρα με έξι χορδές 6, από τη μίξη των δύο δηλαδή έξι χορδές σε μεγάλο σώμα έχουμε την ακουστική κιθάρα.
Από την κλασική κιθάρα προκύπτει η ηλεκτρική κιθάρα με έξι χορδές, το μπάσο με τέσσαρες ή πέντε ή έξι και η ηλεκτροακουστική κιθάρα με έξι που διαθέτει και αντηχείο.
Από την ηλεκτροακουστική κιθάρα προκύπτει η τεχνολογία για τη σύνδεση κάθε άλλου έγχορδου με ενισχυτή κι έτσι τη μετατροπή του σε ηλεκτρικό.
ΤΟ ΒΙΟΛΙ
τοξωτή πανδούρα>
Κρητική + ποντιακή λύρα>
λύρα καλαβρίας +τετράχορδη φόρμιγγα>
τετράχορδη λύρα καλαβρίας>
Οκτώσχημο λαούτο>α.νυκτό β.τοξωτό
β.τοξωτό οκτώσχημο λαούτο= βιέλα ή γίγα ή φιλντ >
βιολί, βιόλα, βιολοντσέλο, κόντρα μπάσο>
ηλεκτρικά τοξωτά: Βιόλα, βιολοντσέλο, κόντρα μπάσο
Από την απόκρυφη λύρα πηκτίς με τέσσερις χορδές και την πανδουρίδα φτάνουμε όπως είπαμε στο οκτώσχημο τετράχορδο λαούτο που είναι επίπεδο μικρό ή μεσαίο και παίζεται στον ώμο στη μέση και στο πόδι με δοξάρι αλλά και νυκτά με πλήκτρο από καβούκι χελώνας ή κομμάτι κέρατου.
Το οκτώσχημο τετράχορδο λαούτο που προκύπτει στη μικρή του εκδοχή είναι τοξωτό όργανο και αποτελεί την τελειοποιημένη τοξωτή λύρα.
Η πρωτογενής τρίχορδη τοξωτή λύρα Πάνδρυς: Ποντιακή, Κρητική ή νησιώτικη και η Πολίτικη , το μεσαίωνα είναι ευρέως διαδεδομένο είδος με διάφορες ονομασίες όπως κροθ, φίλντ, ρεμπέκ,τζοχίκο ταλάρπα, γκαντούλκα και πολλά άλλα .Η λύρα Καλαβρίας [ως μίξη Κρητικής και Ποντιακής] είναι άλλοτε καμπύλη και άλλοτε επίπεδη και διαθέτει τρείς ή τέσσερις χορδές.
Τα όργανα αυτά τα αντικαθιστά σε μεγάλο βαθμό ως πιο τελειοποιημένη έκδοση τους το οκτώσχημο όργανο που ονομάζεται βιέλα στην Ιταλία και Φίλντ στην κεντρική και βορεία Ευρώπη.
Η πλέον τελειοποιημένη τοξωτή εξέλιξη του οκτώσχημου τοξωτού λαούτου είναι η Βιέλα ντ'αμόρε [που έγινε πολύχορδη] και η Γίγα [τεράστια βιέλα] .
Από την τετράχορδη βιέλα προκύπτουν η βιόλα και το βιολί, με τα διάφορα μεγέθη τους.
Από την τετράχορδη Γίγα προκύπτουν το Τσέλο ή βιολοντσέλο και το κόντρα μπάσο με πιο μπάσες - ονομαστικά- χορδές.
Μετά απο όλα αυτά καθίσταται προφανές πως οι απόγονοι της πανδουρίδας μας έχουν κατακλύσει επικρατώντας απολύτως.
Τόσο στο λαϊκό όσο και στο έντεχνο [ή λόγιο λαϊκό] ευρετήριο-ρεπερτόριο.
Στην αρχαιότητα, -στην προϊστορία ακόμη- το τρίχορδον ή πανδουρίς ή πανδούρα θεωρούνταν όργανο διασκεδαστικό και λαϊκό ωστόσο «χυδαίο-πρωτόγονο» με την έννοια του υποδεέστερου , του υπολειπόμενου ποιότητας αναγκαίας για ψυχαγωγία κατάλληλο για μόνο για διέγερση των ενστίκτων, για γλέντια, διασκέδαση και εορτές οργιαστικές διονυσιακές, έτσι από την προϊστορία είναι όργανο συνδυασμένο με ορχήστρα οργιαστική -από κόρες και ενίοτε εταίρες- . Ήδη από την προκατακλυσμιαία παράδοση του κυκλαδικού πολιτισμού [λαοί της θάλασσας]τη βρίσκουμε σε Αιγυπτιακές τοιχογραφίες του 1400π.Χ. με παράσταση κυκλαδικής ορχήστρας εταίρων που παίζουν δίαυλο, πανδούρα και λύρα σαμβύκη.

Τοιχογραφία ταφική με κιθάρα που γενικά θεωρείται μουσικό όργανο της κλασικής εποχής βρίσκουμε και στους Μεσοποτάμιους του 2000πΧ η οποία παριστάνει κιθαριστή που συνοδεύει γαϊδουράκια με βασιλικά δώρα από τους λαούς της θάλασσας [έλληνες και προέλληνες].
Ήταν λοιπόν γνωστές σε όλους τους μουσικούς πολιτισμούς και όλοι οι πολιτισμοί επικοινωνούσαν μουσικώς μέσω αυτών των οργάνων.
Γιατί και πως διακόπηκε η χρήση της λύρας;
Οι πρόγονοι μας κατά την κλασική εποχή πίστευαν πως το πλέον ιερό το πλέον ψυχαγωγικό όργανο ήταν η Απολλώνια: επτάχορδη ή ψευδοοκτάχορδη λύρα στις διάφορες εκδοχές της πηκτίς, χέλυς, φόρμιγγα, βάρβιτος και ειδικά κίθαρις βάρβιτος ως κορυφαίος εκφραστής του Απολλώνιου πνεύματος. Παίζονταν απαραίτητα με συνοδεία δίαυλου αυλού και ενίοτε τραγουδιού και κρουστών. Παίζονταν μόνη για τη μουσική απαγγελία της ποίησης που για τούτο λέγονταν λυρική. Τότε ο Ποιητής ήταν μουσικός λογοτέχνης: συνθέτης και κιθαρωδός [κιθαριστής και τραγουδιστής] αλλά και χορογράφος αφού είχε σκηνική παρουσία μέσω της κίνησης του, αργότερα μάλιστα η λυρική ποίηση έγινε χορική δόθηκε έμφαση στην κίνηση και τη σκηνική παρουσία αυτή. Την κλασική και ελληνιστική εποχή τέλος η δραματική ποίηση απαιτούσε από τον ποιητή να είναι όλα τα παραπάνω: λογοτέχνης, συνθέτης, κιθαρωδός, χορογράφος, αλλά και ηθοποιός-σκηνοθέτης διδάσκαλος των ηθοποιών, αλλά και διευθυντής της ορχήστρας και του χορού. Ήταν ιερά τέρατα μόρφωσης οι άνθρωποι αυτοί για τούτο άφησαν μνημεία αξεπέραστα που έγιναν μέσω του Αλέξανδρου και των θεάτρων που έχτισε ανά την αυτοκρατορία του, διάσημα στην υφήλιο τότε.
Αυτές τις ανάγκες έπρεπε να καλύψουν τα όργανα της εποχής για τούτο εξελίχθηκαν και τελειοποιήθηκαν σε βαθμό που δυσκολευόμαστε να συνειδητοποιήσουμε ακόμη σήμερα.
Όταν λοιπόν ο κόσμος ξανακύλησε στον βαρβαρισμό μέσα από τις βίαιες ανακατατάξεις κατακτήσεις της Ρώμης δεν είχε την ανάγκη για τη χρησιμοποίηση τους και μέχρι να επανέλθει η κατάσταση σε ανεκτά επίπεδα είχαν περάσει αιώνες.
Είχε διακοπεί αυτή η παράδοση νομίζαμε. Μέχρι που μελετήσαμε γιατί και πως συνέβη αυτό;
Τώρα κατανοούμε πως δεν συνέβη παρά μόνο φαινομενικά.
Για να κατανοήσουμε τι έγινε: Η καθ'ημάς μουσική εκδύθηκε τα όργανα και συνέχισε ολόγυμνη στον πυρήνα της χριστιανικής εκκλησίας ανατολικής και δυτικής. Η δυτική την εξέλιξε σε μια άλλη η ανατολική την εξέλιξε και εκ παραλλήλου την διατήρησε ανέγγιχτη όπως ακριβώς έκαμε με τη γλώσσα που παρέλαβε.
Αναζητούμε τώρα τις ψηφίδες που μας δίνουν την πλήρη εικόνα των ιματίων που είχε η κομψή αυτή καρυάτιδα του πολιτισμένου κόσμου όπως τον εννοούσε και συνεχίζει να τον εννοεί το γένος μας για να έχει το σωστό χαρακτήρα που της ταιριάζει.
Αυτό που αναζητούμε εδώ δε είναι το ίδιο το ιμάτιο τα ίδια τα μουσικά όργανα σαν να λέμε, αλλά το σχέδιο που ντύνει και στολίζει το ζωντανό σώμα της μουσικής αυτής παράδοσης που διασώζεται, το σχέδιο τους και την κατασκευή τους θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε να διατηρήσουμε και να τελειοποιήσουμε.
Μας ενδιαφέρει η πιστότητα αλλά κυρίως η χρήση και η τελειοποίηση, η συνέχεια ύπαρξης και του συνόλου των οργάνων αυτών σήμερα ως σύγχρονα όργανα που φέρουν δυνατότητες έκφρασης αξεπέραστες και για τα αρχαία και για νέα αριστουργήματα.
Ο ιερός και θεραπευτικός χαρακτήρας της λύρας
Η λύρα μαζί με δίαυλο συνόδευε τις ιερές εορτές και τις κορυφαίες λόγιες εκδηλώσεις μετεξελίξεις των ιερών εορτών τις τραγωδίες στο θέατρο και αργότερα την χριστιανική θεία λειτουργία.
Κορυφαία λύρα όλων ως το πλέον εκφραστικό και τελειοποιημένο τεχνικά επαγγελματικό όργανο είναι η Κίθαρις Βάρβιτος ή Κιθάρα.
Ήταν λοιπόν λόγιο όργανο που θεωρήθηκε το όργανο της κλασικής περιόδου επειδή με τις τελειοποιήσεις της κλασσικής εποχής ακριβώς εξέφραζε και υπηρετούσε αυτό το ύφος και ύψος πολιτισμού.
Η λύρα ή φόρμιγγα ή κιθάρα έχει δυο μπράτσα και τρεις ή τέσσερις ή πέντε στην αρχαϊκή της μορφή και επτά ή οκτώ χορδές. Έχει τρόπο παιξίματος συγκεκριμένο: αργό, επίσημο, αυστηρό, κατανυκτικό επίσημο, επιβλητικό, σοβαρό μέχρι ιεροπρεπή.
Παίζεται με δάχτυλα ή πλήκτρο επομένως με τρόπο αναλυτικό και χαμηλόφωνο. Πέρα από την ψυχαγωγία χρησιμοποιήθηκε και για ιαματική ψυχοθεραπεία.
Το όργανο αυτό είχε από τότε διαπιστωθεί με ιαματικές ιδιότητες για τούτο χρησιμοποιούνταν ευρέως στα νοσοκομεία της εποχής που ονομάζονταν Ασκληπιεία ως όργανο κατευναστικής ηρεμιστικής δράσης των νεύρων που επέρχονταν ειδικά από το άκουσμα του είδους μουσικής που έπαιζε.
Τα βαρβιτουρικά χάπια [σύγχρονο υπνωτικό φάρμακο] πήραν το όνομα τους ακριβώς από την Βάρβιτο Κίθαρη ή Κιθάρα και την κατευναστική επίδραση που έχει στο νευρικό σύστημα του ανθρώπου.
Το λέμε περιπαικτικά ακόμη και σήμερα γενικότερα για τις λόγιες μορφές έκφρασης πως φέρνουν υπνηλία, υποδηλώνοντας σκωπτικά το γεγονός πως στερούνται διέγερσης και ζωντάνιας, ως μειονέκτημα δηλαδή. Μόνο που αυτό δεν είναι κακό. Αντιθέτως πολλοί άνθρωποι έχουν απολύτως ανάγκη την ηρεμιστική κατευναστική της δράση.
Είναι σαν να λέμε το μαύρο και το λευκό χρώμα στην παλέτα του ζωγράφου αυστηρά μεν και καθόλου ζωηρά απολύτως απαραίτητα δε.
Γιατί λοιπόν να λείπει από την δημιουργική παλέτα των μουσικών μας το είδος οργάνου μιας κορυφαίας περιόδου του μουσικού μας πολιτισμού.
Σε ότι έχει να κάνει με τον λόγιο πολιτισμό κάθε εποχής και τόπου παρατηρείται μια μορφή περιθωριοποίησης απώθησης μέχρι και διωγμού του από κείνους που δεν τον εκτιμούν και δεν αναγνωρίζουν την αξία του επειδή έχουν μείνει πίσω αμόρφωτοι. Την διαφορά στον πολιτισμό μιας κοινωνίας κάνει το ποσοστό των λαϊκών ανθρώπων που συμμετέχουν σε αυτή τη λόγια μορφή πολιτισμού και σαν μορφωμένοι αναγνωρίζουν λεπτές έννοιες και αξίες δυσθεώρητες για τους αμόρφωτους. Αξίες και ποιότητες στις οποίες εθίζεται ή έστω συνηθίζει ή εκπαιδεύεται ο νους και η αντίληψη θεωρεί οικείες.
''Αρετή έξις εστίν'' [=η Αρετή αποτελεί συνήθεια]
Για τούτο οι αρχαίοι έλληνες επέμεναν στο διδακτικό και ηθικό χαρακτήρα που αναπτύσσει η Μουσική με την έννοια της τέχνης ευρύτερα.
Ο Ελληνικός πολιτισμός είχε πάντοτε στις πολύ υψηλές κορυφές του αυτή την διπλή λαϊκή και λόγια μαζί ποιότητα που λέμε έντεχνη. Αυτό ξεκινάει από την προϊστορία και κορυφώνεται στην κλασική εποχή.
Η κλασική εποχή με τους μουσικούς αγώνες, τη λυρική ποίηση που εξελίχθηκε σε χορική και σε δραματική ποίηση και θεατρική παράσταση ως λαϊκό πανεπιστήμιο για όλους τους πολίτες. Είχε δώσει τη δυνατότητα στον απλό πολίτη να έχει μια εξαιρετικής ποιότητας ηθική μόρφωση ώστε η λόγια-ιερή τέχνη έγινε και ευρύτατα λαϊκή.
Τι συνέβη με τη διακοπή χρήσης της λύρας
Επί ρωμαϊκής αυτοκρατορίας όπου αλλάζει η πολιτιστική στόχευση επικρατεί το δόγμα ''άρτον και θεάματα'' όπου θεάματα είναι οι αρένες των δούλων μονομάχων που παλεύουν μέχρι θανάτου, και από την άλλη το αποτρόπαιο θέαμα των δημόσιων εκτελέσεων-βασανισμών χριστιανών. Προκύπτει η εκτόνωση με τη φρικαλεότητα ως αποτέλεσμα των βίαιων εσωτερικών διαμαχών της κοινωνίας της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Οι διωγμοί, η βία και μια αναστάτωση κοινωνική χωρίς τέλος καταστρέφουν παιδεία, ψυχαγωγία και διασκέδαση, οπότε οι αμόρφωτοι και οι απελπισμένοι πολίτες είναι περισσότεροι παρά ποτέ. Είναι πάρα πολλοί και αφιονισμένοι με οτιδήποτε. Παρόλο που υψηλής ποιότητας πολιτισμός γεννιέται είναι όμως για ιδιωτική χρήση για τους λίγους, για μια ελίτ στη Ρώμη κυρίως. Για τους υπόλοιπους παίρνει την μορφή δημοσίων έργων όπως δρόμων υδροδοτήσεων κλπ.
Στην ρωμαϊκή εποχή τα άλλοτε ιερά θέατρα στην καλύτερη περίπτωση εξευτελίστηκαν έγιναν τσίρκο με μίμους και γελωτοποιούς και οι μουσικοί αγώνες εκφυλίστηκαν σε κυνήγι υψηλότατων χρηματικών επάθλων.
Στη δε χειρότερη περίπτωση μετατράπηκαν σε αρένες όπου σφάζονταν άνθρωποι μεταξύ τους ή κατασπαράσσονταν από άγρια ζώα.
Κάποια στιγμή οτιδήποτε ελληνικό καταστρέφονταν με τον ίδιο ζήλο που καταστρέφονταν οτιδήποτε χριστιανικό για τους ίδιους λόγους: την άγνοια, την αμάθεια, την αμορφωσιά, μαζί με τον θυμό, τον φθόνο και την κακία που γεννάνε οι αδικίες.
Έτσι στην εποχή των ιδιαίτερα βίαιων αιώνων: από τη γέννηση του Χριστού μέχρι και λίγο μετά τον μεγάλο Κωνσταντίνο και την ανεξιθρησκία του, όσοι αυτοκράτορες οργάνωσαν τους ακραίους διωγμούς ούτε ήξεραν, ούτε τους ενδιέφερε να μάθουν, απλά για αυτούς ότι ήταν ο Παρθενώνας για την αρχιτεκτονική, ήταν και η Κιθάρα και ο Δίαυλος για την μουσική των Ελλήνων μια κορυφαία έκφραση ενός πολιτισμού που μισούσαν.
Ο μεν δίαυλος εξοβελίστηκε στους βοσκούς και τους στρατιώτες από όπου προήλθε. Έτσι επανήλθε δριμύτερος ως αυλός ή σάλπιγγα-μεταλλικός αυλός- λόγω του διττού χαρακτήρα του λαϊκό και λόγιο πνεύμα -διονυσιακό και απολλώνιο- ταυτόχρονα.
Η δε λύρα εξοβελίστηκε στη λήθη ή στη χρήση από άλλους λαούς που διέθεταν χώρο για λόγια έκφραση και γνώριζαν έστω στοιχειωδώς τον ελληνικό μουσικό πολιτισμό.
Δημιουργήθηκαν έτσι θύλακες ανεξάρτητοι, που λειτούργησαν θετικά ωστόσο στη διάσωση από άλλους λαούς της λύρας και ειδικά της κιθάρας αν και εκφυλίστηκε η χρήση της λόγω της δυσκολίας τόσο κατασκευής όσο και σωστού παιξίματος της.
Ο πιο επώδυνος εξοβελισμός δεν προέρχεται από βίαιο διωγμό της χρήσης του οργάνου αλλά από τον εξευτελισμό της τέχνης του και της ενστικτώδους αποφυγής της εκχυδαϊσμένης-εκφυλισμένης εξευτελιστικής του χρήσης.
Ακριβώς όπως γίνονταν δηλαδή τον τέταρτο αιώνα στα θυμελικά τραγούδια και παραστάσεις μιας ξεπεσμένης καρικατούρας της αρχαίας κωμωδίας κάτι σαν κακόγουστο τσίρκο με μίμους και λοιπά φθηνά ευτράπελα.
Η αυστηρή χριστιανική εκκλησία δικαία οδήγησε τους μορφωμένους χριστιανούς αυτή τη φορά στην σύνοδο της Λαοδικείας του 367 να αποκλείσει τις χυδαίες μουσικές και όργανα στην εκκλησία και να καθορίσει αυστηρό τυπικό με ψάλτες και ότι άλλο απαιτούνταν ώστε να αποφεύγεται το χάος που επικρατούσε νωρίτερα με τις χυδαιότητες τις κακοφωνίες και τις ασυναρτησίες του αμαθούς όχλου.
Συνέβη τότε αυτό που παρά λίγο να γίνει και με το μπουζούκι στην νέα ελληνική μουσική παράδοση, που κόντεψε να αποκλειστεί από κάθε σοβαρό δημιουργό επειδή χρησιμοποιήθηκε σε κάθε χαμαιτυπείο της εποχής και πήρε το στίγμα του χυδαίου του αλήτικου-ρεμπέτικου. Ωστόσο το μπουζούκι από τα χαμαιτυπεία πέρασε στα σπίτια επειδή κάποιοι σοβαροί συνθέτες ρεμπέτες και λαϊκοί αρχικά αλλά λαϊκοί και λόγιοι στη συνέχεια ταυτόχρονα το αγάπησαν ενέσκυψαν στην υψηλή εκφραστική αξία του και στην ιστορία του και το καθάρισαν και το ανέδειξαν ως λαϊκό και παράλληλα έντεχνο όργανο δημιουργώντας μια σειρά αριστουργημάτων για αυτό.
[πχ Βαμβακάρης, Τσιτσάνης, Παπαιωάννου, από τη μία και Θοδωράκης, Χατζηδάκης, Μαρκόπουλος, Ξαρχάκος, και πάρα πολλοί άλλοι εκατέρωθεν]
Μόνο που στους πρωτοχριστιανικούς χρόνους δεν υπήρξαν αυτοί οι μουσικοί που θα καθάριζαν αντίστοιχα τις χυδαιότητες από το άριστο των εγχόρδων οργάνων, αφού είχαν επικεντρωθεί στο άριστο όλων των οργάνων: την ανθρώπινη φωνή, για την οποία έκαναν τεράστιο αγώνα να διασώσουν και να προσαρμόσουν τα αριστουργήματα του παρελθόντος και να τα αναδείξουν αξιοποιώντας τα και τελειοποιώντας τα. Γεγονός που συνεχίζει την ιερή μουσική παράδοση που φτάνει μέχρι σήμερα.
Έτσι βλέπουμε σήμερα να έχει διασωθεί στην Καθημάς μουσική -τη λεγόμενη καταχρηστικά βυζαντινή-το σύνολο της αριστουργηματικής αρχαίας ιερής μουσικής παράδοσης κι ευτυχώς που το έκαναν γιατί το μουσικό σκάφος μπορούμε κάλλιστα να το αναπαράγουμε σήμερα από τις γραπτές και ζωγραφικές περιγραφές, το διαμορφώνει αυτομάτως σε μεγάλο βαθμό η απλή κοινή λογική και η κατασκευαστική τεχνική της οργανοποιίας που υπηρετεί την καλλιτεχνική χρήση. Τις αρχαίες μελωδίες και τους τρόπους τους όμως δεν θα μπορούσαμε να τις ανακατασκευάσουμε ούτε καν να τις φανταστούμε αν δεν είχαν διασωθεί.
Οι επιπτώσεις της έλλειψης χρήσης λύρας και κιθάρας
Η κιθάρα ως δύσκολο στην κατασκευή και στο παίξιμο όργανο δεν επανήλθε όταν προέκυψε κυρίαρχη η ανάγκη για τη λόγια έκφραση-Απολλώνια -νοοτροπία στη μουσική ειδικά με την αναγέννηση και τον διαφωτισμό πολύ δε περισσότερο με την κλασική και ρομαντική εποχή της δυτικό ευρωπαϊκής μουσικής σκηνής το 1600 και μετά, τότε το ρόλο της έπαιξαν όργανα με βασική ηχητική συγγένεια μαζί της που αποτέλεσαν εναλλακτικές λύσεις:
Η Μάντολα στις διάφορες εκδοχές της: μαντολίνο, μαντοτσέλο, λαούτο, ούτι κιθάρα κλασική.
Αλλά και το βιολί, βιόλα ,βιολοντσέλο, κόντρα μπάσο ως συνέχεια της σε τοξωτή χρήση.
Αλλά και η άρπα και ο κανόνας με την απλή μορφή -κανονάκι και σαντούρι ή την κεκαλυμμένη ως πιανο-φόρτε ή Πιάνο.
Όλες αυτές οι εναλλακτικές που δημιουργήθηκαν είναι προσπάθειες κάλυψης μιας σημαντικής ανάγκης της λόγιας λαϊκής νοοτροπίας στην έκφραση και ψυχαγωγία.
Είχαμε ανάγκη να επανεφεύρουμε τον τροχό σαν να λέμε.
Η κιθάρα και η λύρα εκτός ελληνικού χώρου
Συναντάμε διάφορες λαϊκές απομιμήσεις κιθάρας σε άλλα μέρη πρόκειται για την αρχαϊκή κίθαρη που τα ίχνη της χάνονται στην προϊστορία.
Στην βόρεια Ευρώπη κυρίως Φινλανδία, Νορβηγία, Σουηδία, Δανία, Γερμανία, ως λαϊκό όργανο JUCHINCO TALLHARPA πρωτόγονης κατασκευής με μία δύο ή τρεις χορδές και κυρίως τοξωτή χρήση, ωστόσο και νηκτή με το δάκτυλο σαν άρπα -εξού και το όνομα ταλ άρπα =ψηλή άρπα)πλήκτρο.
Στην νότιο Γερμανία και Αυστρία ως CETRA
[Cetra <cetere<citara<chithara<kithara<κιθάρα] το ειδικό όργανο ορχήστρας που είναι μια κατασκευή μεταξύ πανδουρίδας και ψαλτηρίου.
Στην Ελβετία έχει εξελιχθεί σε κάτι μεταξύ κιθάρας και κανόνα και λέγεται ZITHER
Στην Σκωτία Ουαλία και Ιρλανδία είναι γνωστή ως CROWTH
Στην Ιταλία ως ΡΩΜΑΙΚΗ ή ΙΤΑΛΙΚΗ ΛΥΡΑ και CETRA
Στο Ισραήλ ως ΚΙΝΝΟR ή ΛΥΡΑ ΔΑΥΙΔ, ή ΆΡΠΑ ΒΑΣΙΛΙΑ ΔΑΥΙΔ και ΝEVEL[=λευκό δέρμα. επειδή έχει επενδυθεί σαν τύμπανο λευκής δερμάτινης μεμβράνης]
Στην Αιθοπία ως Λύρα ΚΙΡΑΡ, ΚΡΑΡ, ΜΠΕΓΚΕΝΑ ή ΛΥΡΑ ΔΑΥΙΔ
Μια εξελιγμένη μορφή πανδουρίδας
Στην Ινδία το όργανο SITAR έχει εξελιχθεί σε ένα πολύχορδο όργανο λαουτόσχημο με εκτεταμένη ταστιέρα.
Στην Ισπανία η CHITARA κλασική κιθάρα και ακουστική κιθάρα παρόλο που υπάγεται στις εξελίξεις της πανδούρας φέρει βασικότατα στοιχεία της Κιθάρας ή κίθαρης βάρβιτου. Επίπεδο αντηχείο, κυκλική τρύπα αντηχείου ως σμίξιμο των δύο ημικυκλίων εκατέρωθεν των χορδών, κλειδιά άξονες οριζόντιοι, γενικές διαστάσεις και σίγουρα ηχόχρωμα, το βασικότερο τον ίδιο σκοπό ύπαρξης: την λόγιας λαϊκής μουσικής έκφρασης, εξάλλου το όνομα είναι κοινό φανερώνοντας τον σκοπό της κατασκευής της τη λόγια λαϊκή μουσική.
Πραγματικά είναι πολύ κοντινή σε ήχο. Ωστόσο η υπαγωγή της στο συγκερασμένο σύστημα την έκανε να απέχει από το ευρετήριο-ρεπερτόριο της αρχαίας κιθάρας ως δυνατότητα και η ερμητικότητα της ελληνικής γλώσσας και βυζαντινής μουσικής την καθιστά απρόσιτη στο ευρύ μουσικό κοινό που ασχολείται με την σύγχρονη κιθάρα.
Στον ελληνικό χώρο η λόγια μουσική υπήρξε θέμα που είχαμε πεισθεί πως είναι εισαγόμενο από την ελευθέρωση και μετά.
Τα λεγόμενα δυτικότροπα όργανα είναι επιστροφή δανείου ωστόσο εξελιγμένα και τελειοποιημένα σε βαθμό μη αναγνώρισης τους.
Το κυριότερο πρόβλημα είναι πως αποκόπτουν από την Καθημάς μουσική παιδεία σε μεγάλο μέρος της επειδή χρησιμοποιούν και αξιοποιούν στο έπακρο μόνο ένα μικρό ποσοστό της.
Οφείλουμε να τα αναβαθμίσουμε. Στο μεταξύ μπορούμε να χρησιμοποιούμε αυτά που το υποστηρίζουν ενώ μπορούν να υποστηρίξουν και το ασυγκέραστο. Τέτοια είναι και οι λύρες κάθε είδους.
Η σύγχρονη χρήση λύρας και κιθάρας
Για τη χρήση κιθάρας και λύρας γενικά δεν έχουμε στοιχεία για κατασκευαστές τον προηγούμενο αιώνα.
Τώρα όμως ξαναδημιουργούνται εργαστήρια πιστής αναπαραγωγής οργάνων λειτουργικών. Είναι ενίοτε πολύ ακριβά λειτουργικά μουσικά όργανα μουσειακού τύπου.
Αυτά τα εργαστήρια δεν είναι απλά οργανοποιεία αλλά εργαστήρια αναβίωσης της αρχαίας μουσικής τέχνης των Ελλήνων στο σύνολο της, οι κατασκευαστές είναι συνήθως άξιοι μουσικοί με βαθιά γνώση της μουσικής συνήθως όμως μόνο της διεθνούς.
Αυτό είναι κάτι που οφείλουμε να βοηθήσουμε να αλλάξει και στους Έλληνες και στους μη Έλληνες που θα το ήθελαν.